Mick Schumacher. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι αποτελεί μία ιστορία από μόνος του, στον λαμπερό, αλλά και λίαν απαιτητικό, κόσμο της F1.
Ας ξεκινήσουμε με μία -υποθέτω, κοινή- παραδοχή: Αν ο Michael Schumacher δεν είχε υποστεί το εφιαλτικό εκείνο ατύχημα, κάνοντας σκι στις Άλπεις, τον Δεκέμβριο του 2013, η καριέρα του Mick στη F1 θα ήταν ήδη πολύ διαφορετική.
Αυτό ωστόσο θα είχε να κάνει, σε τεράστιο βαθμό, με την παρουσία και επιρροή του πατέρα του στα paddocks, οπότε, όπως ήρθαν τα πράγματα, ο Γερμανός πιλότος καλέστη να τα καταφέρει εντελώς μόνος του στον χώρο που μεσουράνησε ο Michael, με το επώνυμό του μοιραία να τον ακολουθεί σε κάθε βήμα, σε κάθε απόφαση και σε κάθε ενέργειά του.
Θεωρώ ότι καθένας μπορεί να φανταστεί πόσο ασύλληπτα δύσκολο είναι για έναν νεαρό να προσπαθήσει να σταδιοδρομήσει στο ίδιο περιβάλλον όπου ο πατέρας του ανέβηκε, όχι μία, όχι δύο, αλλά επτά φορές στην κορυφή του κόσμου. Το ακριβώς αντίθετο δηλαδή της περίπτωσης του Max Vestappen, o πατέρας του οποίου, Jos, δεν κατάφερε ποτέ να ξεφύγει από την μετριότητα, κατά τη διάρκεια της δικής του καριέρας.
Με το καλημέρα λοιπόν, η εντός F1 ζωή του Mick μόνο εύκολη δεν ήταν, καθότι οι απαιτήσεις υπήρξαν τεράστιες, τόσο από τους ίδιους τους ανθρώπους του σπορ, όσο -ακόμη περισσότερο- κι από τα εκατομμύρια των θιασωτών της. Είναι κάτι που θεωρώ ότι ελάχιστοι άνθρωποι ανά την υφήλιο θα μπορούσαν να το διαχειριστούν ψυχολογικά και, κατά την προσωπική μου άποψη, ο Mick δεν έχει δείξει, τουλάχιστον μέχρι στιγμής, να συγκαταλέγεται μεταξύ αυτών.
Και ο λόγος που ισχυρίζομαι κάτι τέτοιο, είναι ακριβώς ότι, σε αντίθεση με μία αρκετά μεγάλη μερίδα του κόσμου, έχω την πεποίθηση πως είναι καλύτερος πιλότος από αυτό που μας έδειξε τις σεζόν 2021 και 2022, οπότε και αγωνίστηκε με την Haas.
Γιατί το λέω αυτό; Για διαφόρους λόγους, τους οποίους και θα αναλύσω ευθύς αμέσως.
Κατ’ αρχήν δε πρέπει να ξεχνάμε ότι χρίστηκε πρωταθλητής τόσο στη F3, όσο και
στη F2, στη δεύτερη χρονιά παρουσίας του σε έκαστη κατηγορία, μετά από την 12η θέση που έλαβε -και στις δύο περιπτώσεις- την πρώτη του χρονιά. Οι επικριτές του βέβαια θα σπεύσουν να πουν ότι pole position δεν πήρε ποτέ στη F2 και εστέφθει πρωταθλητής με μόλις 2 νίκες σε 24 αγώνες και 10 παρουσίες στο podium το 2020, κάτι όμως που, κατά τη γνώμη του γράφοντος, δεν αφαιρεί τίποτα από το επίτευγμά του.
Για να έχουμε και μια τάξη μεγέθους, άλλοι πιλότοι που αγωνίζονται στη F1 και έχουν υπάρξει πρωταθλητές στην F2 είναι οι Charles Leclerc, George Russell και Oscar Piastri, με τους Felipe Drugovich και Theo Pourchaire να μην έχουν καταφέρει ακόμη να εξασφαλίσουν αγωνιστικό κάθισμα. O δε Nick De Vries όλοι θυμόμαστε ότι είχε ένα ατυχέστατο πέρασμα από την Alpha Tauri, το 2023, με τον ιδιότροπο Helmut Marko να βάζει πιθανώς πολύ πρόωρο τέλος στη F1 καριέρα του νεαρού Ολλανδού.
Παραδόξως πολλοί δείχνουν να θυμούνται τον Schumacher για τις… πολλές εγκαταλείψεις που είχε στα δύο χρόνια που αγωνίστηκε με την Hass. H πραγματικότητα όμως είναι ολίγον διαφορετική, αφού από τα 43 grand prix στα οποία πήρε μέρος με την αμερικάνικη ομάδα (σ.σ.: έχασε τον αγώνα της Σαουδικής Αραβίας το 2022 λόγω ατυχήματος στις κατατακτήριες δοκιμές), εγκατέλειψε συνολικά 5 φορές.
Από τις τρεις εγκαταλείψεις του το 2021, καθαρά δικής του υπαιτιότητας ήταν εκείνη στη Σαουδική Αραβία, όπου και προσέκρουσε σε μπαριέρα. Νωρίτερα, στον αγώνα της Ρωσίας, ο λόγος ήταν διαρροή λαδιού του μονοθεσίου του και στο Μεξικό ο λόγος ονομαζόταν… Esteban Ocon. Το 2022 εγκατέλειψε δύο φορές, αρχικά στο Μονακό, οπότε και έκοψε το μονοθέσιό του στα δύο, μετά από πολύ ισχυρή πρόσκρουση και εν συνεχεία στον Καναδά, λόγω μηχανικής βλάβης.
Ως εκ τούτου, με 2 εγκαταλείψεις που οφείλονταν στον ίδιο σε μια πορεία 43 αγώνων, δε θα έλεγε κανείς ότι έκανε… συγκρουόμενο το μονοθέσιό του. Αναλογιστείτε, σε αντιπαράθεση, πόση κάλυψη έχει παρασχεθεί στον Yuki Tsunoda, από την ομάδα του, από το 2021, οπότε και αγωνίστηκε για πρώτη φορά στη F1, μέχρι σήμερα, με τον Ιάπωνα μάλιστα να ανανεώνει και για το 2025.
Ισχύει βεβαίως ότι στα δύο αυτά χρόνια ο Mick είχε επιπλέον ατυχήματα κατά τη
διάρκεια ελεύθερων και κατατακτηρίων δοκιμών, ο λόγος όμως που τα θυμόμαστε τόσο έντονα είναι… τα υπέρογκα έξοδα που επικαλείτο κάθε φορά ο Guenther Steiner, αγωνιστικός διευθυντής της Haas, που όσο συνεργάστηκε με τον Schumacher, κάθε άλλο παρά με εμπιστοσύνη θα έλεγε κανείς ότι τον περιέβαλε, αφού δε δίστασε να τον επικρίνει ακόμη και δημοσίως για τα λάθη του.
Η δε ομάδα της Haas, κάθε φορά που συνέβαινε κάποιο ατύχημα με μονοθέσιό της έβγαζε… το μπλοκάκι με τον λογαριασμό, δημιουργώντας έτσι μία κατάσταση που ούτε την ομάδα τιμούσε, ούτε και τους οδηγούς της βοηθούσε ψυχολογικά, πόσo μάλλον από τη στιγμή που είχε η ίδια επιλέξει (ή, έστω, συμφωνήσει…) να αγωνιστεί το 2021 με ένα δίδυμο rookies (Schumacher-Mazepin).
Η σύμπραξη Schumacher-Magnussen το 2022 στην αμερικάνικη ομάδα μπορεί να
έχρισε αδιαμφισβήτητο νικητή τον δεύτερο, με έξι βαθμολογούμενους τερματισμούς έναντι δύο του Mick και συνολικό απολογισμό βαθμών 25-12 υπέρ του Δανού, ήταν όμως η οδήγηση του πρώτου αρχικά απέναντι στον Max Vestappen στο Silverstone και εν συνεχεία η σθεναρή, αλλά και καθαρή, άμυνα που επέδειξε στη μάχη του με τον Lewis Hamilton στο Αυστριακό grand prix, που πιστοποιούσαν ότι ο μικρός κάποια γονίδια είχε πάρει από τον πατέρα του (αν και, για να είμαστε ειλικρινείς, υπήρξαν φορές που η άμυνα του Michael κάθε άλλο παρά καθαρή ήταν…).
Αφήνοντας λοιπόν πίσω την όλη -μάλλον τραυματική- συνεργασία με τον Steiner και τη Haas, ο Mick βρέθηκε το 2023 στη Mercedes, ως εφεδρικός οδηγός, αφού πρώτα η Ferrari τον αποδέσμευσε από την ακαδημία οδηγών της, της οποίας είχε αποτελέσει μέλος από το 2019.
Ό,τι κι αν έχει κάποιος να καταλογίσει στον Toto Wolff, δε παύει να ισχύει ότι ο Γερμανός έπραξε το αντίθετο ακριβώς του Steiner, δείχνοντας εμπιστοσύνη και δίνοντας μία δεύτερη ευκαιρία στον υιό Schumacher, έχοντας άλλωστε νωρίτερα και σε ανύποπτο χρόνο δηλώσει ότι ο πατέρας του, Michael, θα αποτελούσε για πάντα κομμάτι της οικογενείας της Mercedes.
Θα μπορούσε να πει κανείς ότι αυτή ήταν και η πρώτη φορά που το πολύ βαρύ επώνυμο έκανε καλό στον Mick, που θυμίζω άλλωστε ότι, διόλου τυχαία, το 2008, στην αρχή της καριέρας του και σε ηλικία μόλις 9 ετών, είχε διαλέξει να αγωνίζεται ως Mick Betsch, χρησιμοποιώντας το επώνυμο της μητέρας του.
Φέτος, πέραν του ρόλου του στη Mercedes, ο Schumacher αγωνίζεται και στο πρωτάθλημα αντοχής Hypercars με την Alpine, η οποία και είχε δηλώσει ότι τον θεωρούσε υποψήφιο για το δεύτερο cockpit της ομάδας στη F1 για το 2025, με τον Jack Doohan να αποδεικνύεται όμως τελικά ο εκλεκτός της.
Όπως άλλωστε θεωρήθηκε υποψήφιος και για αντικαταστάτης του Sargeant την τρέχουσα σεζόν στη Williams, προτού οι ιθύνοντες αυτής αποφασίσουν να ρίξουν στα βαθιά τον Franco Colapinto.
Μπορεί λοιπόν ο Mick Schumacher να βρει τον δρόμο της (αγωνιστικής) επιστροφής του στη F1; Με τις ευκαιρίες για κάτι τέτοιο να μειώνονται διαρκώς, κάθε άλλο παρά εύκολο θα είναι, αλλά, μοιραία, η τελική απάντηση στο ερώτημα θα δοθεί εν καιρώ…
Και βέβαια, μην ξεχάσετε να δείτε το τελευταίο επεισόδιο του podcast του F1Racingnews, “GP2 Podcast…GP2”:
Διαβάστε όλα τα νέα της Formula 1 εδώ, ενώ πλέον μπορείτε να μας βρείτε στο Instagram, YouTube, Tik Tok, Discord και Twitter.