Αναλύοντας την προχτεσινή μονομαχία μεταξύ των δύο διεκδικητών, η οποία ήταν η πιο σημαντική…μέχρι την επόμενη: το μεγάλο λάθος της Mercedes, η σωστή κίνηση της RBR και το momentum που βρίσκεται προς την μεριά της δεύτερης…
Στις καθιερωμένες δηλώσεις πριν ανάψει το πράσινο φως για την πρώτη περίοδο των ελεύθερων δοκιμών στη πίστα του Paul Ricard, οι δύο team principals των μεγάλων αντιπάλων της φετινής χρονιάς είχαν φτάσει περίπου στο ίδιο συμπέρασμα: πως το συγκεκριμένο σιρκουί ταίριαζε πολύ περισσότερο στην Mercedes από αυτά των Baku και Monaco.
Το παρελθόν τουλάχιστον έτεινε προς αυτή την κατεύθυνση: στις προηγούμενες 2 αναμετρήσεις σε Γαλλικό έδαφος, η Mercedes ήταν με ευκολία το καλύτερο μονοθέσιο και ο Lewis Hamilton είχε κάνει το 2/2 στις νίκες. Φέτος όμως, υπήρξε όπως φάνηκε μια ειδοποιός διαφορά: η Red Bull πλέον έχει δημιουργήσει ένα μονοθέσιο το οποίο είναι ανταγωνιστικό ανεξαρτήτως πίστας.
Αλλά ας τα πάρουμε από την αρχή: ο μεγάλος χαμένος της εκκίνησης δεν ήταν άλλος από τον poleman Max Verstappen, ο οποίος μπορεί να βρισκόταν μπροστά από τον Hamilton στα φρένα της πρώτης στροφής, με την επιβράδυνση του όμως να έρχεται αργά – τόσο αργά που ήταν αδύνατον να μείνει στη πίστα για την δεύτερη στροφή και την έκοψε – νόμιμα – χάνοντας την πρωτοπορία από τον Βρετανό.
Και όσο για το νόμιμα, υπάρχει εξήγηση: από την στιγμή που ο Ολλανδός πέρασε από την δεξιά μεριά των κίτρινων bollards όπως όριζε η ντιρεκτίβα περί track limits, δεν υπήρχε λόγος να τιμωρηθεί.
Πίσω στον αγώνα, το επόμενο μεγάλο συμβάν ήταν στον 5ο γύρο, όταν ο πρωτοπόρος Lewis ανέφερε στον ασύρματο πως η διάρκεια ζωής των ελαστικών δεν θα ήταν τόσο μεγάλη όσο είχαν υπολογίσει. Πολλοί το θεώρησαν μπλόφα – σκεπτόμενοι και την γνωστή ροπή του επτάκις στο να παραπονιέται για τα ελαστικά του – όταν όμως ο Charles Leclerc μπήκε στα pits 8 γύρους πριν το θεωρητικό άνοιγμα του pit window, έγινε φανερό πως ο συνδυασμός “απάτητης” πίστας, χαμηλών θερμοκρασιών (λόγω της βροχής που είχε πέσει λίγες ώρες πριν) και της αυξημένης πίεσης που όρισε η Pirelli είχε κάνει σημαντικά μεγαλύτερη την φθορά των ελαστικών από τις τιμές που είχε προβλέψει η ιταλική εταιρεία.
Όπως και να ‘χει, η Mercedes έβλεπε τον Sergio Perez να μην μπορεί να ακολουθήσει τους πρωτοπόρους, γεγονός που της έδινε αυτόματα πλεονέκτημα στην σκακιέρα της στρατηγικής – πλεονέκτημα το οποίο επιδίωξε να χρησιμοποιήσει άμεσα, με τον Valtteri Bottas να μπαίνει πρώτος από τους πρωτοπόρους.
Τα 2.5 δευτερόλεπτα διαφοράς του Φιλανδού από την προπορευόμενη RBR ουσιαστικά ανάγκαζαν τον Verstappen να τον ακολουθήσει υπό τον φόβο του undercut, αφού σε αντίθετη περίπτωση ο Bottas θα τον προσπερνούσε όσο η Red Bull του άλλαζε ελαστικά.
Και κάπου εδώ, η Mercedes έκανε το μεγάλο λάθος.
Η κοινή λογική, η οποία έχει επαναληφθεί δεκάδες φορές σε τέτοιες περιστάσεις, προτάσσει πως από την στιγμή που ήταν σίγουρο πως ο Verstappen θα έμπαινε στα πιτ, ο πρωτοπόρος Lewis Hamilton έπρεπε να μπει στον ίδιο γύρο με αυτόν. Έτσι – μηχανικών επιτρέποντος – θα έβγαινε μπροστά από τον Ολλανδό.
Κάτι τέτοιο…δεν έγινε, με τον μέλλοντα τεχνικό διευθυντή της Mercedes Andrew Shovlin να δηλώνει μετά τον αγώνα πως “θεωρούσαμε ότι είμασταν ασφαλείς από το undercut μέσω της διαφοράς 3 δευτερολέπτων που είχε φτιάξει ο Lewis” και τον ευνοημένο της υπόθεσης Max Verstappen να παραδέχεται πως “δεν περίμενα σε καμία περίπτωση να βρεθώ μπροστά του”.
Παρόλα αυτά, οι δύο οδηγοί βρέθηκαν πλάι-πλάι στην έξοδο του pitlane, με τον Ολλανδό να παίρνει τελικά την πρωτοπορία – κάτι που όπως προαναφέραμε θα ήταν σχεδόν αδύνατο άμα απλά επέλεγαν στην Mercedes να σταματήσουν στον ίδιο γύρο με τον Max.
Έτσι, οι τρεις πρώτοι βρισκόντουσαν σε ένα ιδιόμορφο “τρενάκι”, από την άποψη πως ο 3ος Bottas δεν μπορούσε (και σε αυτή την φάση του πρωταθλήματος, πολύ πιθανό να μην του επιτρεπόταν καν) να προσπεράσει τον 2ο Hamilton, ο οποίος με την σειρά του αδυνατούσε επίσης να προσπεράσει στις ευθείες την RBR του 1ου Verstappen, παρά το γεγονός πως ήταν γρηγορότερος στα υπόλοιπα κομμάτια της πίστας.
Εδώ να δώσουμε τα εύσημα στην Honda, η οποία παρά το γεγονός πως αποχωρεί στα τέλη της σεζόν από το σπορ, έχει δημιουργήσει έναν εξαιρετικό κινητήρα ο οποίος έχει ανεβάσει ουσιαστικά την απόδοση της RB16B.
Κάπου εκεί (με τον Bottas να έχει χάσει σε ρυθμό) ο Max δημοσιοποίησε δια ασυρμάτου τις μεγάλες αμφιβολίες του για την ολοκλήρωση του αγώνα με την καθιερωμένη στρατηγική ενός stop, με τον Hamilton να προσυπογράφει αλλά να προσθέτει πως πρέπει να κάνουν το undercut – κοινώς, μια επανάληψη της Ουγγαρίας το 2019 και ειδικά του φετινού αγώνα στην Ισπανία.
Ειρήσθω εν παρόδω, είχαμε γράψει για αυτόν τον αγώνα πως “[…] Ακόμα και έτσι, θα μπορούσε να κάνει κάτι διαφορετικό η Red Bull; Η απάντηση είναι θετική, καθώς ο Ολλανδός όπως προείπαμε είχε ένα απάτητο σετ μαλακής γόμας, το οποίο θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για 10-15 γύρους. Σε αυτή την περίπτωση, ο Verstappen θα είχε στα χέρια του τις τύχες του αγώνα, με την έκβαση αυτού να εξαρτάται από το πόσο γρήγορα θα έφτανε (και φυσικά αν θα προσπέρναγε) τον πρωτοπόρο Hamilton.”
Οι ταύροι δεν το έκαναν τότε, αλλά σε μια διαφορετική (και πιο εύκολη) πίστα για προσπέρασμα τώρα αποφάσισαν να “αναλάβουν τον ρόλο του κυνηγού” όπως είπε ο Verstappen και να μπουν για δεύτερο pit stop, θέλοντας να εκμεταλλευτούν τον ρυθμό τους, μια κίνηση την οποία θα έκαναν ακόμα και αν βρισκόντουσαν πίσω από τον Hamilton – σε αντίθεση με την Mercedes, για την οποία μια τέτοια στρατηγική δεν υπήρχε καν σαν σκέψη.
(Αφανή ρόλο στο τελευταίο έπαιξε και ο Sergio Perez, ο οποίος “τράβηξε” τόσο το πρώτο stint του όσο χρειαζόταν για να παραμείνει εντός του pit window των Mercedes.)
Ήταν μια τολμηρή απόφαση, όχι τόσο για τα – ούτως ή άλλως – μικρά margins, αλλά λόγω της ύπαρξής του Valtteri Bottas ανάμεσα στους δύο μονομάχους του τίτλου, σε ρόλο “προστάτη” του ομόσταυλου του. Για του λόγου το αληθές, η απάντηση από το pitwall της Merc στην ερώτηση του Hamilton για το αν θα τον πιάσει ο Verstappen ήταν πως αυτό “εξαρτάται απόλυτα από το πόσο θα τον καθυστερήσει ο Valtteri”.
Μπορεί μετά και την απώλεια της τρίτης θέσης ο Bottas να ήταν φανερά εκνευρισμένος με την στρατηγική ενός stop, αλλά άμα τον άκουγαν και ακολουθούσαν τον Verstappen, θα άφηναν τελείως “ακάλυπτο” τον Hamilton στην επίθεση του Ολλανδού, ενώ ακόμα και ο Φιλανδός ομόσταυλος του θα μπορούσε να τον προσπεράσει. Προφανώς, όταν πριν τον αγώνα ο ένας οδηγός της Mercedes έχει διπλάσιους βαθμούς από τον άλλο (101 έναντι 47), θα ήταν – δικαίως – παράλογο να σχεδιαστεί η στρατηγική με βάση τις ανάγκες του δεύτερου.
Ο Max Verstappen πέρασε σχετικά εύκολα την Mercedes με τον αριθμό #77 (χάρη σε ένα λάθος του Φιλανδού στο τέλος της πίσω ευθείας) και με λίγους γύρους να απομένουν, σοφά δεν πίεσε αμέσως τα ελαστικά του και περίμενε μέχρι να βρεθούν στη σωστή θερμοκρασία, εξαπολύοντας τότε την επίθεσή του εναντίον ενός Hamilton που δεν μπορούσε να κάνει και πολλά.
Ναι, η ομάδα του πήρε “πάνω της” το φταίξιμο μετά τον αγώνα, αλλά ο Hamilton έβλεπε έναν αγώνα στον οποίο ήταν πρωτοπόρος να χάνεται εξαιτίας των λανθασμένων χειρισμών της ομάδας του. Όσον αφορά τον Βρετανό επτάκις, η απόδοση του ήταν ακριβώς αυτό που ήθελε η ομάδα του – αν και δεν μπορεί να ειπωθεί το αντίθετο.
Ακόμα και όταν την διετία 2017-18 η Ferrari είχε μονοθέσιο ικανό να πιέσει την Mercedes, η δεύτερη φαινόταν πως “το είχε”, είτε λόγω της πρότερης κυριαρχίας της, είτε λόγω του εν πολλοίς αλάνθαστου Lewis Hamilton, είτε λόγω της γνωστής ροπής της μετά-Todt Scuderia προς την αυτοκαταστροφή.
Στη φετινή μάχη, κανείς δεν μπορεί να πει το ίδιο: ο μεν Hamilton έχει κάνει μεγάλες εμφανίσεις όπως στην Ισπανία αλλά και δυο σημαντικά λάθη (με το τελευταίο στο Baku να του κοστίζει 25 ή 26 υπερπολύτιμους βαθμούς), ενώ η Mercedes φαίνεται να μην λειτουργεί στο πρότερο υψηλότερο επίπεδο της, κάτι που φαίνεται (και) από την δήλωση του Shovlin πως “τα μοντέλα εξομοίωσης που είχαμε δεν έδειχναν ποτέ πως θα πέρναγε μπροστά ο Verstappen” – μέχρι την στιγμή που πέρασε.
Είναι πολύ νωρίς να μιλάμε για “πτώση” και “τέλος κυριαρχίας”, ειδικά όταν τα τελευταία 7 πρωταθλήματα είχαν όλα ανεξαιρέτως την ίδια κατάληξη. Αποτελεί γεγονός όμως, πως η Mercedes είναι για πρώτη φορά υπό τόση πίεση, τόσο από τα media όσο και από την Red Bull, η οποία δουλεύει εξαιρετικά τόσο σε επίπεδο μονοθεσίου όσο και σε επίπεδο στρατηγικής.
Το μέλλον μένει να φανεί: ας μην ξεχνάμε πως με το 2022 και τα ολοκαίνουρια μονοθέσια να έρχονται όλο και πιο κοντά, τυχόν επιμονή σε φετινές αναβαθμίσεις μπορεί να λειτουργήσει αρνητικά ως προς την μελλοντική δυναμική, και θα έχει μεγάλο ενδιαφέρον να δούμε πως οι δύο μονομάχοι θα ανταπεξέλθουν στη συγκεκριμένη συνθήκη.