Αναλύοντας τους λόγους για την επί δεκαετίες ισχνή δημοτικότητα της F1 στις Ηνωμένες Πολιτείες – αλλά και γιατί αυτό φαίνεται να αλλάζει τα τελευταία χρόνια…
Το μεγαλύτερο πρόβλημα με την Αμερική είναι ότι πιστεύουν πως είναι η μεγαλύτερη δύναμη στον κόσμο – αυτό τους οδηγεί στο να είναι απομονωμένοι από τους άλλους και να μαθαίνουν αργά τι κάνει ο υπόλοιπος κόσμος
Bernie Ecclestone
Η απουσία ομοεθνών οδηγών
Στην ιστορία της Formula 1 έχουν τρέξει επίσημα 233 οδηγοί από τις ΗΠΑ, ένα νούμερο που αντιστοιχεί στο 30% των 770 οδηγών που έχουν συμμετάσχει στα 71 χρόνια του σπορ. Βέβαια, άμα αφαιρέσουμε τους συμμετέχοντες στο Indianapolis 500 στα 10 χρόνια που αυτό αποτελούσε μέρος του καλενταριού, θα δούμε πως υπάρχουν 19 Αμερικάνοι που συμμετείχαν σε 10 ή περισσότερα GP, εκ των οποίων 5 έχουν δει πρώτοι τη καρό σημαία και μόλις 2 στέφθηκαν πρωταθλητές: ο Phil Hill το 1961 και ο Mario Andretti το 1978.
Αν ο πρώτος δεν μπορεί να θεωρηθεί προϊόν του Αμερικάνικου motorsport (πήγε ως μαθητευόμενος στη Jaguar το 1949 και δεν οδήγησε ποτέ σε NASCAR ή Indy), το ίδιο δεν μπορεί να ειπωθεί για τον δεύτερο, καθώς το όνομα Andretti θεωρείται συνώνυμο του μηχανοκίνητου αθλητισμού στις ΗΠΑ – και όχι άδικα, αφού ο «Super Mario» έχει κερδίσει όχι μόνο 4 πρωταθλήματα IndyCar, αλλά και αγώνες της συγκεκριμένης κατηγορίας σε 4 (!) διαφορετικές δεκαετίες.
Ο Andretti ήταν η μοναδική περίπτωση οδηγού που μπορούσε να θεωρηθεί ως superstar και στις δύο μεριές του Ατλαντικού: τα τρία πρωταθλήματα IndyCar πριν την full-time είσοδό του στη F1 το 1975 έφεραν μαζί τους καθολική αναγνώριση από το κοινό στις ΗΠΑ, αναγνώριση η οποία μέχρι ένα σημείο μεταφέρθηκε στη F1 – η θέσπιση δύο αλλά και τριών αγώνων στα States όσο συμμετείχε ο Andretti δεν είναι ασύνδετη με την παρουσία του στο grid.
Δυστυχώς, όπως είδαμε και στο προηγούμενο μέρος, οι επιλογές των ιθυνόντων του σπορ δεν ήταν και οι καλύτερες, με τα ως επί το πλείστον πρόχειρα στην οργάνωση αλλά και εκτέλεση σιρκουί πόλης να κυριαρχούν. Έτσι, μετά την αποχώρηση του Andretti οι ομοεθνείς του τον ακολούθησαν, και παρά τη παρουσία «πτωχών πλην τίμιων» οδηγών όπως ο Eddie Cheever, διάσημων αποτυχιών (Michael Andretti, Alex Zanardi) αλλά και λιγότερο ηχηρών (Scott Speed), ο τελευταίος Αμερικανός οδηγός που συμμετείχε σε αγώνα F1 ήταν ο Alexander Rossi το 2015.
Παρά το γεγονός πως μια αμιγώς Αμερικανική ομάδα μπήκε στο grid την επόμενη σεζόν, δεν έχει υπάρξει κάποιος οδηγός έκτοτε. Οι λόγοι είναι πολλοί, αλλά ο κύριος είναι η superlicence – και για να είμαστε πιο ακριβείς, οι πόντοι ανά πρωτάθλημα που προστίθενται σε αυτή.

Οι κανονισμοί είναι σαφείς: με εξαίρεση τον πρωταθλητή, στα IndyCar οι εναπομείναντες οδηγοί στις πρώτες 10 θέσεις αυτού παίρνουν λιγότερους πόντους από τους αντίστοιχους της F2, ενώ από τη τρίτη θέση και κάτω οι βαθμοί εξισώνονται με αυτούς των F3/FE (!) παρά το γεγονός πως το Indy θεωρείται ευρέως ως το δεύτερο σε επίπεδο δυναμικότητας πρωτάθλημα μονοθεσίων στον κόσμο.
Τα παραπάνω διαιωνίζουν σε πολύ μεγάλο βαθμό τον Ευρωπαϊκο-κεντρικό χαρακτήρα της F1 και των μικρότερων κατηγοριών, καθώς κάνουν πρακτικά αδύνατη την απόκτηση αρκετών πόντων σε πρωταθλήματα που βασίζονται εκτός της Γηραιάς Ηπείρου. Συνεπώς, με εξαίρεση 3-4 οδηγούς (για τους οποίους θα δούμε παρακάτω), οι περισσότεροι ευέλπιδες Αμερικάνοι πιλότοι επιλέγουν να δοκιμάσουν την τύχη τους στο IndyCar ή/και το NASCAR, στα οποία έχουν σαφώς ευκολότερη πρόσβαση.
Η ώρα μετάδοσης και η φύση της Formula 1
Όσον αφορά τα IndyCar/NASCAR, οι 4 διαφορετικές ζώνες ώρας στην ηπειρωτική χώρα σημαίνουν πως οι μεταδόσεις μπορούν να γίνουν από νωρίς το μεσημέρι έως αργά το βράδυ ανάλογα το μέρος του αγώνα, σε πλήρη αντίθεση με την F1, όπου τα περισσότερα GP σε Ευρώπη και Ασία μεταδίδονται ζωντανά τις πρωινές και μεταμεσονύχτιες ώρες αντίστοιχα.
Είναι ένα πρόβλημα το οποίο προφανώς είναι δύσκολο να λυθεί, αφού ακόμη και σήμερα το επίκεντρο όλων των παραγόντων του σπορ (φίλοι, πίστες, ομάδες, οδηγοί) είναι η Ευρώπη – θα ήταν παράλογο να αλλάξουν οι ώρες στο μεγαλύτερο μέρος του καλενταριού για χάρη ενός market και μόνο.
Μια λύση που έχει προταθεί ανά καιρούς είναι το λεγόμενο 7/7/7: 7 αγώνες σε Ευρωπαϊκή ώρα, 7 σε Ασιατική και 7 σε Αμερικάνικη. Προφανώς, αυτό θα ήταν χαρμόσυνο νέο για τους φίλους του σπορ στις ΗΠΑ, αφού τα 2/3 των αγώνων θα μεταδίδονταν είτε στη μεσημεριανή είτε στη late-night ζώνη αντί για την πρωινή.
Αλλά αν η ώρα δεν μπορεί να αλλάξει εύκολα, ακόμα πιο δύσκολα μπορεί να αλλάξει η φύση του σπορ…
[…] από όσο ξέρω, (το NASCAR) είναι ένα οικογενειακό σπορ, όπου ολόκληρες οικογένειες έρχονται, κατασκηνώνουν στα τροχόσπιτά τους για όλο το τριήμερο. […] Η F1 είναι πολύ πιο ιδιωτική
Τα παραπάνω ειπώθηκαν από τον Lewis Hamilton[i] και δείχνουν τη μεγάλη διαφορά στη νοοτροπία μεταξύ των δύο ηπείρων.
Παλιότερα, τα paddock της F1 έσφυζαν από θεατές, οι οποίοι είχαν την ευκαιρία (πληρώνοντας ένα σχετικά φτηνό αντίτιμο) να ζήσουν από κοντά τους ήρωές τους. Για του λόγου το αληθές, εκατοντάδες κόσμου κατασκήνωναν κάθε χρόνο στο «Bog» εντός του Watkins Glen προκειμένου να βρίσκονται στο μέσο της δράσης[ii], ακριβώς όπως γινόταν στα άλλα μηχανοκίνητα σπορ των ΗΠΑ, ενώ και η πρόσβαση στα paddock ήταν ως επί το πλείστον ελεύθερη.
Μετά τη νίκη του Bernie Ecclestone στον πόλεμο FISA-FOCA όμως, η κατάσταση άλλαξε γρήγορα: η πρόσβαση στα ενδότερα της πίστας έγινε (ακριβό) προνόμιο λίγων, τα εισιτήρια έγιναν πανάκριβα, και στο σύνολό της η F1 απέκτησε τη βιτρίνα που θα έπρεπε να έχει ένα άθλημα κομμένο και ραμμένο για την τηλεοπτική μετάδοση.
Σε αυτή τη βιτρίνα θα μπορούσε να συμπεριληφθεί το σχεδόν οικογενειακό κλίμα που είχαν οι Βρετανικές κυρίως ιδιωτικές ομάδες, το οποίο έπαιζε σαφή ρόλο στα παραπάνω, αλλά οι περισσότερες από αυτές οδηγήθηκαν στην κατάρρευση (Brabham, Tyrrell, Lotus) και όσες απέμειναν απώλεσαν το παραπάνω κλίμα, το οποίο «δεν σήκωνε» η νέα εποχή.
Στις ΗΠΑ, το παραπάνω δεν έγινε ποτέ – η πλειοψηφία των συμμετεχόντων ανήκει ακόμη σε ανθρώπους όπως τον «The Captain» Roger Penske, τον Bobby Rahal, τον A.J. Foyt και τον Michael Andretti, ανθρώπους που μεγάλωσαν μέσα στα pits και επί δεκαετίες ηγούνται των ομάδων τους, κάνοντας μια ομαλή και επιτυχημένη μετάβαση στη καριέρα τους από τις πίστες στα γκαράζ.
Ακόμα και μέσα στο πνεύμα της υπερπροβολής και του καταναλωτισμού (Αμερική γαρ), οι ομάδες στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού κρατάνε ακόμη και σήμερα τo φιλικότερο προς τους οπαδούς κλίμα, καθώς οι δεύτεροι μπορούν να αλληλεπιδράσουν με τους ήρωές τους μέσα στα paddock έναντι…30 δολαρίων τη μέρα, ποσό πάνω από τριάντα (!) φορές μικρότερο συγκριτικά με το αντίστοιχο paddock pass της F1.

Η αντίθεση μεταξύ της κατάστασης του grid στις δύο χώρες[iii] δεν θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερη: οι ομάδες του Indy οι οποίες καθοδηγούνται από παλιές δόξες του motorsport απέναντι στις ομάδες της F1, οι οποίες είτε είναι μέρη τεράστιων αυτοκινητοβιομηχανιών, είτε ανήκουν σε εταιρείες/funds.
Προφανώς, σκοπός του κειμένου δεν είναι να συνηγορήσει υπέρ μιας αλλαγής στη Formula 1 προς την κατεύθυνση που ακολουθεί η «άλλη» πλευρά, αλλά είναι πολύ πιθανό η ολίγον τι «αποστειρωμένη» εικόνα της κορωνίδας του μηχανοκίνητου αθλητισμού να απωθεί έως ένα βαθμό τον μέσο Αμερικάνο θεατή, ο οποίος έχει συνηθίσει σε άλλα ήθη και έθιμα και ένα πιο άμεσο motorsport.
Τώρα που είπαμε για ομάδες…
Η (εγχώρια) αποτυχία της Haas
Όταν το 2014 ο Gene Haas ανακοίνωσε την είσοδο της Haas F1 Team στο grid της Formula 1, τα περισσότερα άρθρα επικεντρώθηκαν στην είσοδο Αμερικανικής ομάδας για πρώτη φορά από την Lola Haas (σύμπραξη μεταξύ του Teddy Mayer και του Carl Haas[iv]) το 1986, με μοναδική αξιόλογη περίπτωση στο ενδιάμεσο το…φιάσκο της USF1 το 2010.
Με τη νεοσύστατη ομάδα να είναι η μοναδική που είχε την κύρια βάση της εκτός Ευρώπης (στην Kannapolis της Βόρειας Καρολίνας), πολλοί περίμεναν πως θα αποτελούσε την αιχμή του δόρατος σε ένα ακόμη «μπάσιμο» της F1 στην αγορά των ΗΠΑ.
Το πρόβλημα βέβαια, ήταν πως η ίδια η ομάδα δεν είχε καμία πρόθεση να τηρήσει ένα δόγμα «made in America», βασίζοντας το μεγαλύτερο μέρος του μονοθεσίου της σε εξωτερικούς συνεργάτες και δη Ιταλούς (το σασί από τη Dallara και ό,τι νόμιμο εξάρτημα μπορεί να μεταφερθεί από τη Ferrari), κρατώντας τον ελάχιστο δυνατό αριθμό προσωπικού στις εγκαταστάσεις της στην Καρολίνα.
Το ίδιο και σκληρότερο δόγμα τηρήθηκε και στους οδηγούς: από το 2015 κιόλας ο Gunther Steiner ξέκοψε κάθε πιθανότητα επιλογής Αμερικάνου οδηγού για το ’16, δηλώνοντας χαρακτηριστικά πως «δεν υπάρχει κανένας αυτή τη στιγμή για μας».
Η δήλωσή του μπορούσε να στηριχθεί πολύ εύκολα στο γεγονός πως η Haas σαν νέα ομάδα χρειαζόταν έμπειρους οδηγούς για τις πρώτες της σεζόν στο grid, αλλά μια πληθώρα Αμερικάνων οδηγών…δεν το πήρε και πολύ καλά – και κάπως έτσι το 2018, μετά από νέες δηλώσεις του Steiner οι οποίες ουσιαστικά απέρριπταν τον τότε πρωταθλητή του IndyCar Josef Newgarden, πιλότοι όπως οι Alexander Rossi, Graham Rahal και Conor Daly εξέφρασαν την οργή τους προς τον Αυστριακό, με τον τελευταίο μάλιστα να δηλώνει ευθέως πως «δεν μπορεί να αποκαλείται ως Αμερικάνικη ομάδα […] δεν έχει δώσει καθόλου σημασία (σ.σ. not a hint of consideration στο πρωτότυπο) σε κανέναν γνωστό οδηγό από την χώρα μας».
Αν και αυτό το τελευταίο δεν είναι απολύτως ακριβές (ο Αμερικανός Santino Ferrucci τελούσε χρέη δοκιμαστή για το διάστημα 2016-18), είναι αλήθεια πως κανένας νέος ή/και εδραιωμένος οδηγός στις ΗΠΑ δεν έχει λάβει υποστήριξη από την Haas, με το χάσμα νοοτροπίας μεταξύ των δύο οχθών του Ατλαντικού να είναι αγεφύρωτο σύμφωνα με αυτούς.

Όπως και να ‘χει, το τρένο μάλλον πέρασε, με την ομάδα πλέον να έχει τον Mick Schumacher στην μία πλευρά του γκαράζ και στην άλλη τον…κύριο χρηματοδότη της, Nikita Mazepin. Ακόμα και έτσι, μπορεί κάποιος να αναρωτηθεί γιατί η Haas δεν ήθελε να μεγαλώσει τον όποιο ρόλο της στη διάδοση της Formula 1 στις ΗΠΑ μεγαλώνοντας την ύπαρξη του driver programme της εκεί, και κάποιου είδους απάντηση μπορεί να δοθεί από τον 4 φορές πρωταθλητή του NASCAR Jeff Gordon, ο οποίος σχολίασε μέσω Twitter ότι «οι ομάδες στη F1 δεν θα υποστηρίξουν ποτέ έναν οδηγό από τις ΗΠΑ, εκτός άμα αυτός βρίσκεται στην Ευρώπη από μικρή ηλικία […] υπάρχει πολύ ταλέντο στην Αμερική που περιμένει μια ευκαιρία αλλά δεν νομίζω να την πάρει σύντομα.»
Ο τελευταίος λόγος περί του θέματος δεν θα μπορούσε να ανήκει σε κάποιον άλλο πέρα από τον Carl Haas: «Δεν ανησυχούμε ιδιαίτερα με το αν είμαστε γνωστοί στο αμερικάνικο κοινό ή όχι […] (η F1) είναι μια τέλεια ευκαιρία να μεγαλώσει το όνομα της εταιρείας στο εξωτερικό.»
Δυστυχώς για εκείνον, η Formula 1 δεν μοιράζεται την άποψή του, και κύριος καταλύτης για αυτό δεν είναι άλλος από…
Το Drive to Survive και η δύναμη των social media
50 εκατομμύρια θεατές. Σύμφωνα με τον CEO της McLaren Zak Brown, αυτός είναι ο αριθμός που παρακολουθούν την σειρά του Netflix Drive to Survive, η οποία ακολουθεί από το 2018 το τσίρκο της F1 σε όλο τον κόσμο, έχοντας σχεδόν ανεμπόδιστη πρόσβαση στους οδηγούς, στις ομάδες και συνολικά στον κόσμο του paddock.
Είναι προφανές πως μιλάμε για ένα τεράστιο νούμερο, ειδικά όταν ένας μεγάλος αριθμός θεατών του DtS πιθανότατα δεν είχε καμία σχέση με το σπορ πριν το δει – και αυτή ακριβώς ήταν η πρόθεση των ιθυνόντων.
Το Drive to Survive δεν είναι τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από μια υπεραπλουστευμένη και δραματοποιημένη έκδοση της Formula 1, φτιαγμένη ειδικά για να προσελκύσει κοινό που υπό άλλες συνθήκες δεν θα σκεφτόταν καν να παρακολουθήσει ένα μηχανοκίνητο σπορ.
Για το πόσο καλά το παραπάνω εφαρμόζεται στην αγορά των ΗΠΑ, αρκεί να κάνουμε έναν παραλληλισμό με το NBA, στο οποίο οι υψηλότερα αμοιβόμενοι τηλεοπτικοί αναλυτές δεν είναι αυτοί που καλύπτουν τα τεχνικά θέματα ενός αγώνα μπάσκετ, αλλά αυτοί που θα μιλάνε για «αφηγήματα» ανά περίπτωση και για κόντρες μεταξύ παιχτών και ομάδων – κοινώς, ό,τι μπορεί να αποτελέσει καλή τηλεόραση.
Το DtS ακολουθεί ακριβώς τα ίδια βήματα: δραματοποιεί τις σχέσεις μεταξύ των οδηγών, ακόμα και όταν αυτές είναι εξαιρετικές (π.χ. Sainz-Norris), παίρνει εκτεταμένες – και ανά σημεία εξοργιστικές – ελευθερίες με την περιγραφή και το μοντάζ των αγώνων, ενώ ακολουθεί ένα αφήγημα ανά επεισόδιο – ακριβώς όπως μια κοινή τηλεοπτική σειρά.
Τα παραπάνω έχουν επηρεάσει αρκετούς, και όχι απαραίτητα θετικά: άρθρο της ιστοσελίδας Vox[v] αναφέρεται στη σειρά ως «οι Πραγματικές Νοικοκυρές που τρέχουν με 300 kmh», ενώ ο νέος παγκόσμιος πρωταθλητής Max Verstappen έχει δηλώσει ευθέως πως δεν θα λάβει μέρος στη νέα σεζόν, μη θέλοντας να συμμετάσχει σε «κάτι ψεύτικο», όπως το χαρακτήρισε ο ίδιος.

Ακόμα και έτσι, το γεγονός πως 350.000 κόσμου παρακολούθησαν στο σύνολο του τριημέρου το πρόσφατο GP στο Austin δείχνει πως κάτι αλλάζει στην αγορά των ΗΠΑ. Ακόμη πιο κατατοπιστικά είναι τα νούμερα τηλεθέασης της F1 στο ESPN, τα οποία έχουν αυξηθεί κατά 50% από την περσινή σεζόν και 36% από το 2019, σε σημείο που πλέον «ακουμπάνε» το εκατομμύριο σε μέσο όρο τηλεθεατών.
Και αν αυτά τα νούμερα σας φαίνονται μικρά, οι μέσοι αριθμοί του NASCAR για την φετινή χρονιά κυμάνθηκαν γύρω στα 3 εκ. τηλεθεατών, τουτέστιν 3 φορές παραπάνω – το 2012, το NASCAR είχε 29 (!) φορές μεγαλύτερη τηλεθέαση από τη F1 (5.8 εκ. έναντι 200 χιλ.)
Ένας άλλος παράγοντας που βοηθάει στην περαιτέρω άνοδο του σπορ (ειδικά στις νεότερες ηλικίες) είναι η εκτεταμένη χρήση των social media, τα οποία αποτελούσαν τεράστιο στόχο (και στοίχημα) της Liberty Media.
Δεν είναι άλλωστε κρυφό το πως επί Bernie, η παρουσία της Formula 1 στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ήταν τουλάχιστον πενιχρή: οι επίσημες σελίδες της μετά βίας ανέβαζαν υλικό, τα βίντεο των fans από παλιούς αγώνες κατέβαιναν…εν ριπή οφθαλμού λόγω του copyright, ενώ και ο ίδιος ο Ecclestone δήλωνε ευθέως πως «(με ενδιαφέρουν) πιο πολύ οι 70χρονοι που μπορούν να αγοράσουν ένα Rolex παρά τα νέα παιδιά που δεν μπορούν να αγοράσουν τέτοια πράγματα» για να καταλήξει πως «μάλλον πρέπει να χρησιμοποιήσουμε τα social media για τη F1, απλά δεν ξέρω το πως».
Ευτυχώς για το σπορ και την δημοτικότητά του, οι νέοι ιδιοκτήτες του ήξεραν πολύ καλά τι να κάνουν: έδωσαν το ΟΚ στις ομάδες να ανεβάζουν ελεύθερα υλικό από τα paddock στους επιμέρους λογαριασμούς τους, ξεκίνησαν να εκμεταλλεύονται την τεράστια ιστορία του σπορ ανεβάζοντας βίντεο από παλιούς αγώνες, και σε ένα πολύ σημαντικό βήμα, οι λογαριασμοί της F1 δημοσιοποιούν συνεχώς βίντεο αλλά και κείμενα τα οποία στοχεύουν τους νεότερους χρονικά fans, θέλοντας να τους εξηγήσει έννοιες και ορολογίες που πιθανόν να μην γνωρίζουν.
Σκεπτόμενοι πως το μεγαλύτερο μέρος των αμερικανών φίλων βρίσκεται στην τελευταία κατηγορία των «νεοεισερχόμενων» στο σπορ, μπορούμε εύκολα να συσχετίσουμε τη χρήση των social media με την άνοδο της δημοτικότητας της F1 στις ΗΠΑ, καθώς πλέον ένας ξένος προς το σπορ θεατής μπορεί σχετικά εύκολα να βρει πληροφορίες για βασικές έννοιες – πληροφορίες οι οποίες δεν θα τον αποξενώσουν και θα τον «τραβήξουν» περισσότερο.
Και για να αναφερθούμε στον…ελέφαντα στο δωμάτιο – ναι, το αμφιλεγόμενο φινάλε της φετινής σεζόν μπορεί να συσχετιστεί άμεσα με την εικόνα που δίνει στο σπορ το Drive to Survive, και είναι σχεδόν σίγουρο το πως αυτό θα μεταφερθεί από τις κάμερες του Netflix…
Ομοίως, και οι πιο παλιοί φίλοι της Formula 1 έχουν πλέον άπλετο υλικό από τα social media για να τους προσελκύει – και κάπως έτσι, η F1 καταφέρνει τόσο να κρατάει τους παλιούς θεατές όσο και να προσελκύει καινούριους.
Οι μελλοντικοί οδηγοί
Η ελπίδα μου είναι πως πολύ, πολύ σύντομα θα έχουμε Αμερικάνους οδηγούς να μάχονται στη Formula 1
Stefano Domenicali
Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, υπάρχουν 4 οδηγοί από τις ΗΠΑ στη Formula 3: οι Jak Crawford, Kaylen Frederick, Juan-Manuel Correa και Logan Sargeant.
Οι δύο πρώτοι αποτελούν project…διαρκείας, οι περισσότεροι θυμόμαστε το όνομα του τρίτου από την εμπλοκή του στο τραγικό προπέρσινο συμβάν της F2 στο Βέλγιο που στέρησε τη ζωή του Anthoine Hubert (και από το οποίο ο Correa έκανε πάνω από χρόνο να επανέλθει), αλλά ο τέταρτος αποτελεί την καλύτερη ελπίδα όλων για την παρουσία Aμερικάνου οδηγού στο grid τα επόμενα χρόνια.
Ήδη από πέρσι ο Sergeant είχε δείξει δείγματα του ταλέντου του, τερματίζοντας 3ος στη F3 με μόλις 4 βαθμούς να τον χωρίζουν από τον πρωταθλητή Oscar Piastri. Παρά τα παραπάνω, η απουσία κεφαλαίου τον έκανε όχι απλά να παραμείνει στη Formula 3 αλλά και να…υποβιβαστεί από την κυρίαρχη Prema στην πτωχή πλην τίμια Charouz.
Υπό αυτό το πρίσμα, η 7η θέση φέτος ήταν κάτι παραπάνω από αξιοπρεπής, και η πρόσφατη ένταξη του Logan στην ακαδημία οδηγών της Williams υποδηλώνει την πίστη του Grove σε αυτόν – πίστη η οποία μεταφράστηκε σε θέση στη Formula 2 για τη νέα σεζόν με την ομάδα της Carlin και από εκεί και πέρα (με το συμβόλαιο του Latifi να ολοκληρώνεται σύντομα) όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά…

Η έτερη περίπτωση που ακούστηκε πολύ τον τελευταίο καιρό ήταν του Colton Herta, ο οποίος στα 21 του εντυπωσίασε την φετινή σεζόν στο IndyCar και θεωρείται από τα μεγαλύτερα αστέρια εκεί, όντας επίσης και ο νεότερος νικητής στην ιστορία του (πρόσφατου) θεσμού. Καλά όλα αυτά, αλλά υπάρχει ένα πρόβλημα: εξαιτίας των κανονισμών που αναφέραμε παραπάνω για τη superlicence, ο Herta δεν έχει τους απαιτούμενους πόντους, αν και η πιθανότητα να γίνει ειδική εξαίρεση για εκείνον (ούτως ή άλλως, έχει ήδη μαζέψει 28 από τους 40) είχε αναφερθεί αρκετά σε σχετικά ρεπορτάζ.
Τελικά δεν έγινε τίποτα, σε μεγάλο βαθμό επειδή η είσοδος του Colton στο grid ήταν «πακέτο» με την εξαγορά της Sauber από την Andretti Motorsport, στην οποία ανήκει. Από τη στιγμή που αυτή δεν πέτυχε, οι προοπτικές του Αμερικανού για την επόμενη σεζόν έκλεισαν οριστικά – αλλά ίσως όχι για τα επόμενα χρόνια, αφού το ταλέντο του παραείναι μεγάλο για να αγνοηθεί, ενώ και η εμπειρία του στο ευρωπαϊκό junior επίπεδο για δύο χρόνια είναι ένα θετικό σημείο ως προς μια μελλοντική μετάβαση στην Ευρώπη.
Κλείνοντας, πρέπει να αναφέρουμε πως μια από τις νεότερες προσθήκες στις ακαδημίες των ομάδων της F1 είναι ο Αμερικανός Ugo Ugochukwu, ο οποίος είναι μόλις 13 χρονών και πλέον υποστηρίζεται από τη McLaren, έχοντας εντυπωσιάσει στα junior πρωταθλήματα καρτ. Ίσως δεν είναι τυχαίο πως η τελευταία «χορηγία» της Macca σε τέτοια ηλικία έγινε το 1998, σε ένα παιδί ονόματι Lewis Hamilton…
Διαβάστε όλα τα νέα της Formula 1 εδώ, ενώ πλέον μπορείτε να μας βρείτε στο Instagram, YouTube, Tik Tok, Discord και Twitter.
[i] https://www.gq.com/story/formula-one-motor-racing-grand-prix-america
[ii] …και να καίνε κάθε λογής όχημα, βεβαίως βεβαίως.
[iii] Σε γενικές γραμμές τα παραπάνω ισχύουν και για το NASCAR.
[iv] Δεν υπάρχει καμία συγγένεια μεταξύ Carl και Gene.
[v] https://www.vox.com/platform/amp/22652554/drive-to-survive-f1-racing-netflix