Βοηθήματα κρυμμένα κάτω από μυστικά μενού και χιλιάδες γραμμές κώδικα, βεβιασμένες αλλαγές κανονισμών χωρίς λόγο και αιτία, συγκρούσεις που έκριναν τίτλο και δυστυχώς, δύο θάνατοι – αυτά είναι λίγα μόνο από τα κύρια γεγονότα της ίσως πιο αμφιλεγόμενης σεζόν στην ιστορία της F1.
Πρόλογος– Imola (30-31/4) – Imola (1/5) – Τα φλεγόμενα χρώματα της Benetton (1) – Τα φλεγόμενα χρώματα της Benetton (2) – Η εκδίκηση του Max – Οι άλλοι – Schumi vs Hill – Επίλογος
Μπορεί να έχουν περάσει πάνω από δύο δεκαετίες, όταν όμως σκέφτομαι για το 1994 δεν θυμάμαι τις τακτικές της Benetton ή τα κόλπα του Schumacher – αλλά το τι έγινε στην Imola. Η στεναχώρια και η αίσθηση της απώλειας…
Adrian Newey
Οι νικητές…
Michael Schumacher
Με την πιθανή εξαίρεση του 2003 (βάλτε στο google τις λέξεις «ελαστικά-μανιτάρια», «Michelin», «FIA») το πρώτο από τα εφτά πρωταθλήματα του Michael Schumacher είναι και το πλέον αμφιλεγόμενο της καριέρας του.
Όχι, δεν μιλάμε για την κίνηση της Αδελαΐδας – ούτως ή άλλως ο ίδιος δεν μίλησε ποτέ για αυτή απολογιστικά ή μη, ενώ και ο Damon Hill έχει κρατήσει μεταγενέστερα μια επίσης απολογητική στάση τύπου «άμα περίμενα μια στροφή θα ήμουν πρωταθλητής» – καθώς αυτή ήταν το κερασάκι στην τούρτα μιας σεζόν στην οποία αν θέλουμε είμαστε ειλικρινείς, η Benetton με τον αριθμό #5 ήταν ένα πολύ, πολύ αμφιλεγόμενο μονοθέσιο.
Το σημαντικότερο «βαρίδι» που κληρονόμησε ο Γερμανός ήταν ο χαρακτηρισμός του ως «Schummel Schumi» (βρώμικος-άτακτος), τον οποίο λάνσαραν τα media της χώρας του μετά την σωρεία παραβάσεων της ομάδας του – και μετά την Αδελαΐδα είχε ως στόχο τον ίδιο.
Ευτυχώς ή δυστυχώς, η νομιμότητα της Benetton είναι (πέρα από ακανθώδες ζήτημα) ένα γεγονός που κάνει αδύνατη την αντικειμενική αξιολόγηση της απόδοσης του Schumi, αφού ακόμα και οι γνωστές εμφανίσεις του μέσα στο 1994, όπως π.χ. η Βαρκελώνη, είναι πολύ πιθανό να συμπεριλάμβαναν…έξωθεν βοήθεια. Αυτή θα ερχόταν την επόμενη σεζόν, όταν απέναντι σε ένα μονοθέσιο που όλοι οι ιθύνοντες του (Head, Newey, Coulthard, Hill) θεωρούσαν ως το καλύτερο, κατάφερε να πάρει σχετικά εύκολα τον τίτλο και να αποδείξει πως σε εκείνο το χρονικό διάστημα, δεν είχε ισάξιο αντίπαλο στο grid.
Εν κατακλείδι, το 1994 βρήκε τυπικά τον Schumacher νικητή, αλλά η εικόνα του ως το νέο wunderkind της Formula 1 είχε ήδη αρχίσει να φθίνει – και ένα άλλο συμβάν στην Jerez 3 χρόνια αργότερα θα παγίωνε μια «ταμπέλα» την οποία θα κουβαλούσε στο υπόλοιπο της καριέρας του.
Τι έκανε μετά το ’94: πήρε ένα σαφώς πιο εύκολο (και καθαρό) πρωτάθλημα το 1995 παρά την ανωτερότητα της Williams, αναλαμβάνοντας στη συνέχεια το δύσκολο έργο της αναγέννησης της Ferrari – και μετά από 4 άγονα χρόνια χωρίς κούπα αλλά με δεκάδες εκπληκτικές εμφανίσεις, πήρε τον τίτλο το 2000 και στα καπάκια 4 συνεχόμενους, σπάζοντας κάθε ρεκόρ στην F1. Ο γιός του Mick έχει ξαναφέρει το MSC στο grid το 2021, αλλά δυστυχώς ο πατέρας του δεν θα είναι παρών, όντας σε άγνωστη κατάσταση μετά από το τραγικό ατύχημά του το 2013…
Damon Hill
Μπορεί να έχασε στις λεπτομέρειες το πρωτάθλημα, αλλά το τέλος του 1994 βρήκε τον Damon Hill σε σαφώς καλύτερη μοίρα από την αρχή του: μπορεί η «προαγωγή» του σε #1 οδηγό να έγινε υπό τις τραγικότερες συνθήκες που θα μπορούσε να φανταστεί κάποιος, αλλά ο – με μόλις μια γεμάτη σεζόν στην F1 – Βρετανός στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων, όπως αποδείχτηκε από την βαθμολογική του συγκομιδή.
Ναι, είναι γεγονός πως χωρίς τους 40 βαθμούς που πήρε εν τη απουσία του Schumacher, δεν θα υπήρχε καν υπόνοια περί τίτλου. Η εμφάνιση του όμως στη Suzuka, όπου κέρδισε στα ίσα τον Schumacher στη βροχή, έδειξε σε όλους πως ο Damon μπορεί σε καμία περίπτωση να μην ήταν οδηγός που είχε τη συνέπεια (μεταξύ άλλων) για να χαρακτηριστεί top, αλλά μπορούσε υπό προυποθέσεις να τρέξει σε πολύ υψηλό επίπεδο.
Αυτό το τελευταίο αποτελεί και το κύριο πράγμα που πήρε ο Βρετανός από αυτή τη τραγική σεζόν: ενώ μέχρι τότε ήταν καθ’ οδόν για μια σταθερή καριέρα ως #2 με μερικές διάσπαρτες νίκες εδώ και εκεί, εν μια νυκτί έγινε ο πρώτος οδηγός της κυρίαρχης ομάδας του σπορ, πάλεψε μέχρι τέλους και μπορεί να μην κέρδισε το πρωτάθλημα, αλλά κέρδισε τον σεβασμό όλων.
Μπορεί να θεωρείται ευρέως πως το κατά ABBA γνωμικό «the winner takes it all» εφαρμόζεται στο σύνολο του αθλητισμού, αλλά κάποιες φορές υπάρχουν και οι εξαιρέσεις – όπως στη περίπτωση του Hill, ο οποίος μάλιστα βραβεύτηκε με το βραβείο «Χαρακτήρας της Χρονιάς» του BBC για το 1994, ως ο αθλητής που «κέντρισε το ενδιαφέρον και τη συμπάθεια του κοινού περισσότερο από οποιοδήποτε άλλον».
Τι έκανε μετά το ’94: Ένα τραγικό 1995 (όπου αν και η Williams ήταν το ανώτερο μονοθέσιο, ο Schumacher κέρδισε άνετα) τον έφερε με το ένα πόδι εκτός ομάδας, αλλά την επόμενη χρονιά ανασυντάχθηκε και στέφθηκε πρωταθλητής σε μια εσωτερική μονομαχία με τον rookie Jacques Villeneuve. Η προδιεγραμμένη έξοδός του από την Williams τον ώθησε στο midfield για τα τελευταία χρόνια της καριέρας του, αν και με κάποιες εκλάμψεις (νίκη στο Spa το 1998, δεύτερη θέση με τρομερή ατυχία στην Ουγγαρία το ’97).
Flavio Briatore
Θέτοντας το ωμά, το 1994 ο Briatore έδειξε σε όλους ποιος είναι το αφεντικό.
Τα γεγονότα μιλάνε από μόνα τους: η ατιμωρησία της ομάδας του παρά την παραδοχή της παράνομης αφαίρεσης του φίλτρου καυσίμου, απίστευτες παραγοντικές «εκρήξεις» του ιδίου σε Βαρκελώνη («θεωρούμε πως o Mosley είναι ανίκανος για πρόεδρος της FIA») και Silverstone (όπου ενώ είχαν βγει οι μαύρες σημαίες έκανε πηγαδάκια με τους αγωνοδίκες για την απόσυρση αυτών), μαζί με μια γενικότερη εικόνα «διωγμένου».
Οι νίκες δεν σταμάτησαν εκεί: προς το τέλος της σεζόν, ανακοινώθηκε δημόσια πως η Renault θα αναλάμβανε την προμήθεια κινητήρων και στη Benetton. Αυτή ήταν μια προσωπική νίκη του Briatore, ο οποίος κατάφερε να κάνει αυτό που προσπάθησε στο παρελθόν ανεπιτυχώς ο Ron Dennis: να αγοράσει τη Ligier και να μεταφέρει στην ομάδα του την προμήθεια κινητήρων των Γάλλων. Ήταν μια κίνηση η οποία βέβαια είχε ως αιτία και μερικά πολύ απλά εμπορικά αίτια: η Renault είχε συνηθίσει να βλέπει οδηγούς όπως τους Mansell, Prost και Senna να οδηγούν για εκείνη, συνεπώς ήταν φυσικό να την ελκύει η εικόνα του Michael Schumacher πολύ περισσότερο από τον Damon Hill, για τον οποίο από τους πρώτους κιόλας αγώνες μετά την Ίμολα είχαν εκφραστεί αμφιβολίες περί της καταλληλότητάς του.
Όπως και να ‘χει, το 1994 ο Ιταλός ανέβηκε στο upper class του παραγοντισμού της F1 – και μπορεί 14 χρόνια μετά η πτώση του να ήταν ομοίως απότομη – και το ίδιο αν όχι περισσότερο αμφιλεγόμενη – αλλά όσον αφορά τα μέσα των 90’s, κανένας στα paddock δεν έπαιζε μεγαλύτερη μπάλα από τον Briatore.
Τι έκανε μετά το ’94: Παρέμεινε στην Benetton μέχρι το 1997, επιστρέφοντας το 2000 όταν ανακοινώθηκε η πώληση της στη Renault. Κατάφερε να πάρει 2 back-to-back double το 2005-06 με τον Fernando Alonso, η καριέρα του όμως στο σπορ τελείωσε άδοξα όταν θεωρήθηκε συν-υπεύθυνος για το εσκεμμένο τρακάρισμα του Nelson Piquet Jr. στη Σιγκαπούρη το 2008.
…και οι χαμένοι
Williams
Μια χρονιά η οποία για πολλούς θα ήταν ονειρική, γρήγορα μετατράπηκε σε μαρτύριο.
Κανείς δεν το περίμενε, αλλά ο θάνατος του Ayrton Senna θα σημάδευε τη χρονιά, τη δεκαετία, την εποχή – και σίγουρα την τελευταία του ομάδα. Παρά τη γνωστή πεποίθηση του Sir Frank πως οι οδηγοί είναι απλοί υπάλληλοι και μπορούν εύκολα να αντικατασταθούν, ο ιδρυτής της Williams είχε σε μικρό χρονικό διάστημα δημιουργήσει μια πολύ καλή σχέση με τον Βραζιλιάνο οδηγό του.
Αυτή η σχέση δυστυχώς δεν μακροημέρευσε, με τους φίλους του Βραζιλιάνου ακόμα και σήμερα να βάλλουν εναντίον της ομάδας, την οποία θεωρούν ως τον υπαίτιο του ατυχήματος – στο ίδιο συμπέρασμα κατέληξε και η Ιταλική δικαιοσύνη 13 χρόνια μετά, όταν ο Patrick Head βρέθηκε «υπαίτιος για την παράλειψη ελέγχου στην κολώνα του τιμονιού» – αν και είναι απαραίτητο να αναφέρουμε πως οι απόψεις διίστανται για το συμβάν ακόμα και σήμερα, παρά την παραπάνω απόφαση.
Από εκεί και πέρα, η Williams έχασε έναν τίτλο Οδηγών που για τους πολλούς ήταν προδιαγεγραμμένος, αν και πάλεψε μέχρι το τέλος – απόρροια κυρίως εξωγενών παραγόντων και όχι της ίδιας της ομάδας, η οποία όμως κέρδισε το Κατασκευαστών χάρη στη σταθερή…ανυπαρξία του εκάστοτε δεύτερου οδηγού της Benetton.
Ήταν μια τραγική σεζόν, αν και όπως αναφέραμε στο πρώτο μέρος του αφιερώματος, σχεδόν όλα τα τραγικά γεγονότα αυτής έχουν τις ρίζες τους στην απόφαση της FIA να «κόψει» σε όλους τα ηλεκτρονικά βοηθήματα – απόφαση η οποία είχε ως άμεσο στόχο την αποδυνάμωση της Williams, η οποία είχε κάνει περίπατο τα προηγούμενα χρόνια.
Τι έκανε μετά το ’94: το 1995 αποτέλεσε τη μοναδική χρονιά στο διάστημα 1992-97 που το Grove απώλεσε και τους δύο τίτλους, με τα double να συνεχίζονται τα επόμενα δύο χρόνια. Δυστυχώς, η μετακίνηση του Adrian Newey στην McLaren σηματοδότησε θεωρητικά και ουσιαστικά το τέλος εποχής, καθώς με εξαίρεση την περίοδο της BMW στις αρχές των 00’s, η πάλαι ποτέ κραταιά Williams παραμένει μακριά από τις νίκες, πόσο μάλλον τους τίτλους.
J.J. Lehto και Karl Wendlinger
Ο Jyrki Juhani Järvilehto θεωρείτο ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα του Σκανδιναβικού motorsport στις αρχές των 90’s, παίρνοντας τους πρώτους του βαθμούς στο βάθρο του San Marino GP το 1991, εξαργυρώνοντας στη συνέχεια τις 2 καλές χρονιές του με την αναιμική Scuderia Italia με ένα συμβόλαιο για το 1993 στην περίπου εργοστασιακή ομάδα της Mercedes, Sauber.
Η καλή αρχή του στην ελβετική ομάδα δεν είχε συνέχεια, και η συμπεριφορά του μετά από μια σύγκρουση στο Μονακό με τον teammate του Karl Wendlinger τον αποξένωσε από όλους μέσα στο Hinwil, καθιστώντας αναγκαία την αντικατάσταση του για την επόμενη σεζόν.
Τα παραπάνω ήταν μουσική στα αυτιά του Flavio Briatore, καθώς ο Lehto γέμιζε όλα τα κουτάκια της αναζήτησης για τον #2 της Benetton: νέος, φιλόδοξος και αρκετά ταχύς για να δώσει βαθμούς – αλλά όχι τόσο για να ανταγωνιστεί ευθέως τον Schumacher. Με τον Michele Alboreto να είναι ο μοναδικός οδηγός που ανταγωνιζόταν (και τον Φιλανδό να είναι σαφώς γρηγορότερος στα head-to-head τεστ που κάνανε), ήταν σχεδόν σίγουρο πως θα ήταν ο οδηγός που θα πλαισίωνε τον Schumi.
Όπερ και εγένετο, αν και το όνειρο στράβωσε αμέσως, αφού μόλις μια εβδομάδα μετά την ανακοίνωση, ο Lehto χτύπησε σοβαρά στον λαιμό σε ένα τεστ στο Silverstone, αναγκάζοντας τον να απέχει για ένα σεβαστό χρονικό διάστημα από τους αγώνες – όμως προς έκπληξη όλων, ο Φιλανδός ήταν στο κόκπιτ της B194 μόλις στον τρίτο αγώνα της σεζόν στην Imola.
Το γεγονός πως η Benetton του έμεινε στην εκκίνηση και εμβολίστηκε δευτερόλεπτα μετά από την επερχόμενη Lotus του Pedro Lamy, μπορεί να συνοψίσει σε μεγάλο βαθμό τη σεζόν του Φιλανδού. Παρά το γεγονός πως στην Ισπανία ήταν τρίτος μέχρι την εγκατάλειψη του από μηχανικό πρόβλημα, οι εμφανίσεις του απείχαν παρασάγγας από τον ομόσταυλο του, αναγκάζοντας τον Briatore να επαναφέρει τον Jos Verstappen και να δώσει περαιτέρω…αναρρωτική άδεια στον Lehto.
Ο αποκλεισμός του Schumacher για 2 αγώνες έδωσε έμμεσα μια ακόμη ευκαιρία στον Jyrki, αλλά η κατάρρευση της Lotus και η επακόλουθη μεταγραφή του Johnny Herbert στη Benetton ήταν το τελειωτικό χτύπημα – παρά την guest εμφάνιση για 2 αγώνες με τη Sauber στο τέλος της σεζόν, η καριέρα του στην F1 είχε ουσιαστικά τελειώσει.
Ήταν αποτέλεσμα τόσο μιας άτυχης στιγμής αλλά και της διαχείρισης αυτής, αφού παρά την άμεση κινητοποίηση των Briatore και Ecclestone, οι οποίοι του εξασφάλισαν τη μέγιστη ιατρική φροντίδα, οι δυο εγκαταλείψεις του Verstappen σε ισάριθμους αγώνες πίεσαν τον Lehto να επιστρέψει όντας φανερά ανέτοιμος – και προδιαγράφοντας το μέλλον του…
Δυστυχώς, την ίδια τύχη είχε και ένας παλιός teammate του Michael Schumacher στα sportscar: ο Karl Wendlinger θα έβλεπε επίσης τις προοπτικές της καριέρας του στη κορωνίδα του μηχανοκίνητου αθλητισμού να εξανεμίζονται λόγω τραυματισμού.
Όπως και ο J.J., ο Αυστριακός είχε αρκετά χρόνια προϋπηρεσίας στο σπορ, κάνοντας την πρώτη του εμφάνιση στο grid στα τέλη του 1991 για τη Leyton House. Όσον αφορά την επόμενη σεζόν, το οικονομικό πακέτο που έφερνε μαζί του ο Karl ελέω Mercedes τον “έσπρωξε” στην πρώην Leyton House και νυν March, με την οποία κατάφερε (παρά τα τεράστια οικονομικά προβλήματα) να πάρει μια τέταρτη θέση στην Monza, η οποία τον βοήθησε να πάρει προαγωγή στη Sauber για το 1993.
Οι εμφανίσεις του εκεί ήταν αρκετά καλές για να γίνει επέκταση του συμβολαίου του και για τον επόμενο χρόνο, μέχρι που στο GP του Μονακό έγινε αυτό που φοβόντουσαν όλοι: κατά τη διάρκεια του FP1, ο Αυστριακός άργησε να φρενάρει πριν από το σικέιν στην έξοδο του τούνελ, πηγαίνοντας ευθεία και πέφτοντας πάνω στις μπαριέρες με τόση δύναμη που ακόμα και το κράνος του συγκρούστηκε σε αυτές (σ.σ. ακόμα δεν είχαν εφαρμοστεί οι αλλαγές περί ασφάλειας), με τον ίδιο να χάνει τις αισθήσεις του και στη συνέχεια να μπαίνει σε τεχνητό κώμα.
Η Sauber αμέσως απέσυρε τη συμμετοχή της από το Μονακό, και όλος ο κόσμος της F1 φοβόταν πως σύντομα θα είχαμε και τρίτο όνομα στον κατάλογο των θανόντων – αλλά κόντρα σε όλες τις προβλέψεις, ο Wendlinger όχι μόνο έμεινε ζωντανός, αλλά μπήκε ξανά σε κόκπιτ 6 μήνες μετά, όταν στα τέλη Σεπτεμβρίου ο Peter Sauber οργάνωσε ένα τεστ στη Βαρκελώνη για να δει τον βαθμό ετοιμότητάς του.
Οι τρομεροί πόνοι τον περιόρισαν σε μερικούς μόνο γύρους, οι οποίοι όμως έκαναν φανερό πως δεν μπορούσε να επιστρέψει τόσο σύντομα στη δράση. 3 αγώνες στην αρχή του 1995 και 2 στο τέλος «τιμής ένεκεν» ήταν ο μετέπειτα απολογισμός του, σε άλλη μια καριέρα που τελείωσε νωρίς εξαιτίας των μοιραίων τεχνικών αλλαγών…
Διαβάστε όλα τα νέα της Formula 1 εδώ, ενώ πλέον μπορείτε να μας βρείτε στο Instagram, YouTube, Tik Tok, Discord και Twitter.