1994 – 07: Schumacher εναντίον Hill

Βοηθήματα κρυμμένα κάτω από μυστικά μενού και χιλιάδες γραμμές κώδικα, βεβιασμένες αλλαγές κανονισμών χωρίς λόγο και αιτία, συγκρούσεις που έκριναν τίτλο και δυστυχώς, δύο θάνατοι – αυτά είναι λίγα μόνο από τα κύρια γεγονότα της ίσως πιο αμφιλεγόμενης σεζόν στην ιστορία της F1.

ΠρόλογοςImola (30-31/4)Imola (1/5)Τα φλεγόμενα χρώματα της Benetton (1) – Τα φλεγόμενα χρώματα της Benetton (2) – Η εκδίκηση του MaxΟι άλλοιSchumi vs HillΕπίλογος


Ήταν μια βολική παντομίμα για τα media […] εν μέρει πίστευα πως είχε πλάκα να είμαι ο καλός και αυτός ο κακός, αλλά στο τέλος φάνηκε πως τα έβαλα με τον λάθος άνθρωπο

Damon Hill
Μπορεί να ακούγεται (και να είναι) μια αναίσθητη προσέγγιση, αλλά λίγες μόλις εβδομάδες μετά τη τραγική Πρωτομαγιά του 1994, τόσο οι διοικούντες του σπορ όσο και αρκετοί δημοσιογράφοι αναρωτιόντουσαν δημοσίως ποιο θα ήταν το νέο επίκεντρο του σπορ.

Για πάνω από μισή δεκαετία, η τεράστιας δημοτικότητας αλλά και επιθετικότητας κόντρα μεταξύ Alain Prost και Ayrton Senna μονοπωλούσε το ενδιαφέρον του κοινού, ακόμα και αν ένας εκ των δύο δεν βρισκόταν σε ανταγωνιστικό μονοθέσιο. Η αποχώρηση του πρώτου και ο τραγικός θάνατος του δεύτερου όμως, άφησαν την Formula 1 χωρίς τον μεγάλο αστέρα ή/και τη μεγάλη κόντρα η οποία θα καθήλωνε τους φίλους της, δημιουργώντας ένα κενό το οποίο θα μπορούσε να κοστίσει στη δημοτικότητα αυτής.

Βλέποντας μπροστά του ένα grid χωρίς παγκόσμιο πρωταθλητή σε αυτό, ο Bernie Ecclestone ανέλαβε δράση, «κλέβοντας» σε χρόνο ρεκόρ τον λατρεμένο σε Ιταλία και Βρετανία Nigel Mansell από το IndyCar, προκειμένου να προσθέσει έστω ένα αναγνωρισμένο όνομα στο σπορ. Βέβαια, αυτή η κίνηση τελικά δεν απέδωσε καρπούς, αφού η επιστροφή του Nige επισκιάστηκε πλήρως από τη κόντρα για το πρωτάθλημα μεταξύ Michael Schumacher και Damon Hill…

…και όσον αφορά τον πρώτο, η ανέλιξη του στα υψηλά στρώματα της Formula 1 δεν ήταν έκπληξη. Από το 1991 και την αιφνίδια είσοδό του στο grid στα πλαίσια του Βελγικού GP, οι περισσότεροι είχαν καταλάβει πως μιλούσαμε για ένα σπάνιο ταλέντο – και περισσότερο από όλους ο Flavio Briatore, ο οποίος (με την όχι και τόσο διακριτική βοήθεια του Bernie) από τον επόμενο κιόλας αγώνα υπέγραψε συμβόλαιο μαζί του για λογαριασμό της Benetton, παρά το γεγονός πως το ντεμπούτο του έγινε στο κόκπιτ της Jordan.

(Μπορείτε να διαβάσετε εδώ τη θεότρελη ιστορία του ντεμπούτου – αλλά και ό,τι ακολούθησε – του Michael Schumacher στην F1.)

Έχοντας σύμμαχο την εγγυημένη works συνεργασία με την Ford (σε βάρος ακόμα και της McLaren το 1993), η Benetton «χτίστηκε» εξ’ ολοκλήρου πάνω στον Schumacher, με τη συμβολή μερικών ακόμα άγνωστων στο ευρύ κοινό μηχανικών όπως τους Ross Brawn και Rory Burne. Βέβαια, η Williams ήταν ασυναγώνιστη εκείνη την εποχή και οι υπόλοιποι έτρεχαν ουσιαστικά για τον τίτλο του best of the rest, αλλά η βρετανοιταλική ομάδα έκανε σταθερά βήματα προόδου κάθε σεζόν, τα οποία κατέληξαν στο πρωταθληματικό πακέτο του 1994.

Μπορεί η νομιμότητα της B194 να ήταν ένα – τουλάχιστον – αμφιλεγόμενο ζήτημα, εμφανίσεις όμως σαν αυτή στο Ισπανικό GP, όταν ο Γερμανός ήρθε δεύτερος παρά το γεγονός πως αγωνιζόταν στα 2/3 του αγώνα με κολλημένη την 5η σχέση στο κιβώτιο, έκαναν φανερό ποιος θα ήταν το επόμενο μεγάλο αστέρι του σπορ.

Χαμόγελα στο podium για τους Schumacher, Hill και Prost μετά τη νίκη του δεύτερου – GP Βελγίου, 1993

Άν για τον Schumi ήταν φανερό από νωρίς πως επρόκειτο για έναν μελλοντικά μεγάλο οδηγό, δεν θα έλεγε κάποιος το ίδιο για τον Damon Hill, ακόμα και αν ο Βρετανός κουβαλούσε ένα ιστορικό όνομα για την F1 και όχι μόνο – ο πατέρας του, Graham, ήταν όχι μόνο ένας δις παγκόσμιος πρωταθλητής αλλά και ο μοναδικός οδηγός στην ιστορία που έχει ολοκληρώσει το φημισμένο Triple Crown: νίκες σε Μονακό, Indianapolis 500 και τις 24 Ώρες του Le Mans.

Παρά τα παραπάνω, ο νεαρός Damon ξεκίνησε την καριέρα του σε αγώνες μοτοσυκλετών, οδηγώντας για πρώτη φορά μονοθέσιο στα 24. Ακολούθησε μια τυπική καριέρα ανέλιξης μέσω των χαμηλότερων στρωμάτων του motorsport, χωρίς ιδιαίτερη οικονομική στήριξη (ο θάνατος του πατέρα του γονάτισε οικονομικά την οικογένεια) η οποία κατέληξε σε μια θέση στην υπό κατάρρευση Brabham το 1992, ταυτόχρονα με τη “σταθερή” δουλειά του ως test driver της Williams.

Τα διαδοχικά «όχι» τον χειμώνα του 1992-93 από τους οδηγούς που κυνηγούσε η Williams ως παρτενέρ του Alain Prost, έφεραν κυριολεκτικά από το πουθενά τον Hill στη θέση του #2 οδηγού στο Grove, αν και σύμφωνα με τον Βρετανό, ένας σοβαρός λόγος για την πρόσληψή του βρισκόταν στο γεγονός πως «ήξερε πως δουλεύουν τα πράγματα και δεν θα έκανε πολύ θόρυβο» – κοινώς, δεν θα απειλούσε τον Prost, μια περιγραφή που θα μεταφερόταν αυτούσια ένα χρόνο μετά με τον Ayrton Senna στην άλλη μεριά του γκαράζ.

Δυστυχώς, το GP της Ίμολα άφησε τόσο την Williams όσο και την F1 χωρίς το μεγαλύτερο αστέρι τους, και όσον αφορά την Williams, κάποιος έπρεπε να πάρει την θέση του #1 οδηγού. Ο Mansell λόγω πρότερων υποχρεώσεων μπορούσε να έρθει μόνο σε συγκεκριμένους αγώνες, οπότε η μοναδική λύση ήταν ο Hill – ακόμα και αν άνθρωποι εντός της ομάδας όπως ο Patrick Head είχαν αμφιβολίες σχετικά με την καταλληλότητα του για αυτό τον ρόλο.

Τις ίδιες αμφιβολίες μοιράζονταν και τα βρετανικά media (τονίζοντας συνεχώς το πως στους πρώτους 7 αγώνες, η μοναδική νίκη του Hill στην Ισπανία ήρθε λόγω μηχανικού προβλήματος του Schumacher), με τον Hill να εξαπολύει επίθεση εναντίον τους πριν το GP της πατρίδας του σχετικά με την απουσία στήριξης προς το πρόσωπό του, αλλά δεν ήξερε πως από τον συγκεκριμένο αγώνα και μετά όλα θα άλλαζαν…

…και όχι προς το καλύτερο για τον αντίπαλό του: μέχρι τότε, οι πρώτοι 7 αγώνες της σεζόν ήταν ένας υγιής περίπατος για τον Michael Schumacher, ο οποίος είχε πάρει 66 βαθμούς από τους διαθέσιμους 70 και φαινόταν ως το αδιαφιλονίκητο φαβορί για τον τίτλο. Τα mind games του όμως στο Silverstone, όταν προσπέρασε δις τον Hill σε ισάριθμους γύρους σχηματισμού, ήταν η αφορμή να ξεκινήσει το ένα χτύπημα μετά το άλλο: μέσα σε μερικές εβδομάδες είχε να αντιμετωπίσει όχι μόνο τον αποκλεισμό για δύο αγώνες και την αναφορά της FIA για το Option 13, αλλά και την φωτιά στα pits του Hockenheim, η οποία έκανε φανερό σε όλους πως κάτι δεν πήγαινε καλά με τη Benetton.

Αποτέλεσμα όλων των παραπάνω ήταν η στροφή 180° των γερμανικών μέσων ενημέρωσης, τα οποία μέχρι τότε αντιμετώπιζαν τον Schumi ως το δικό τους wunderkind, τον καλύτερο οδηγό που έβγαλαν μετά τον Stefan Bellof. Μετά τις παραπάνω κατηγορίες όμως, η στάση τους σκλήρυνε απότομα, έχοντας ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός χαρακτηρισμού που θα τον ακολουθούσε στο σύνολο της καριέρας του: «Schummel Schumi», όπου schummel=πονηρός, παρά το γεγονός πως με εξαίρεση το Silverstone (σ.σ. η Αδελαΐδα και η Jerez απείχαν αρκετά ακόμα), ο Γερμανός δεν είχε καμία άμεση ανάμειξη στις υπόλοιπες κατηγορίες.

Αυτό το τελευταίο ήταν και ο λόγος που 65% των ερωτηθέντων από μεγάλη γερμανική εφημερίδα δήλωνε πως ο Schumacher έπρεπε να φύγει από την Benetton – με τον ατζέντη του Willi Weber να κινεί παρασκηνιακά τις διαδικασίες αποχώρησης, οι οποίες κατέληξαν σε…νέο συμβόλαιο με την ομάδα του, μειωμένο βέβαια κατά ένα χρόνο από το αρχικό. Δημόσια, ο Michael επίσης έπαιρνε αποστάσεις από την Benetton, απουσιάζοντας πλήρως από τα paddock στους δύο αγώνες της τιμωρίας του και αποφεύγοντας να διαψεύσει τις φήμες που τον συνδέανε με την νεοσύστατη συνεργασία McLaren-Mercedes.

Την ίδια στιγμή εντός πίστας, ο Damon Hill έκανε το απόλυτο εν τη απουσία του αντιπάλου του (Βρετανία, Βέλγιο, Ιταλία, Πορτογαλία), μειώνοντας τη διαφορά στο ελάχιστο, βάζοντας φωτιά σε ένα πρωτάθλημα το οποίο λίγους μήνες πριν φαινόταν τελειωμένο. Οι επιτυχίες του βέβαια έφεραν πίσω την στήριξη των Βρετανικών media αλλά και του φίλαθλου κοινού, δημιουργώντας από το πουθενά μια κόντρα η οποία κέντρισε το ενδιαφέρον εκατομμυρίων και μπήκε στο επίκεντρο του τελευταίου τρίτου της σεζόν: ο «αλαζόνας» Michael Schumacher εναντίον του «gentleman» Damon Hill.

Η εντός έδρας νίκη στο Silverstone άλλαξε άρδην τη χρονιά του Hill – Βρετανικό GP, 1994

Οι συγκεκριμένες ταμπέλες μπήκαν στον καθένα μετά από μια σειρά δηλώσεων του Schumacher πριν το Ευρωπαϊκό GP στην Jerez, οι οποίες ήταν…κανονικό θάψιμο – και όχι με φτυάρι, αλλά εκσκαφέα: «Ο Hill δεν με έχει νικήσει ποτέ χωρίς τη βοήθεια άλλων κατά τη διάρκεια της σεζόν […] είναι ένας ανθρωπάκος ο οποίος δεν ήταν ποτέ #1 οδηγός και απλά του δώσανε τη θέση». Ακόμα και αν λάβουμε υπόψη μας την απειρία του Schumacher αλλά και τη δύσκολη θέση στην οποία είχε βρεθεί λόγω των χειρισμών της ομάδας του, οι παραπάνω δηλώσεις είναι τουλάχιστον απρεπείς, αν όχι προσβλητικές για έναν άνθρωπο ο οποίος βρέθηκε στη συγκεκριμένη θέση λόγω των τραγικών γεγονότων της Imola.

Η διπλωματική απάντηση του Βρετανού («δεν θα προσπαθήσω να μειώσω τον ανταγωνιστή μου, το θεωρώ μια στενάχωρη πρακτική») παγίωσε τους ρόλους «καλού» και «κακού», ενώ περισσότερο λάδι στη φωτιά έριξε η δημοσιοποίηση μιας φωτογραφίας από τις χειμερινές δοκιμές της Jerez, στην οποία ο Hill κάνει…το σήμα της νίκης στον διερχόμενο Schumacher – το γεγονός πως ένας Βρετανός το έκανε σε έναν Γερμανό (και οι αναπόφευκτοι ιστορικοί παραλληλισμοί) αύξησε ακόμα περισσότερο τη δημοφιλία του μεταξύ των συμπατριωτών του.

Δεν υπάρχει αμφιβολία πως ο Bernie Ecclestone λάτρευε τα παραπάνω, αλλά κάπου έπρεπε να μπει μια τελεία, και για αυτό ο supremo της F1 οργάνωσε μια χειραψία μεταξύ των δύο διεκδικητών του τίτλου (ενώπιων δεκάδων φωτογράφων φυσικά) για να δείξει πως όλα ήταν καλά μεταξύ τους. Βέβαια, οι δύο τους είχαν διαφορετική άποψη: κατά τη διάρκεια της χειραψίας ο Damon είπε στον Michael «ας αφήσουμε αυτά τα παιχνίδια μυαλού πίσω μας» με τον Γερμανό να του απαντάει «φυσικά, αλλά όταν τελειώσει η σεζόν». Την επόμενη μέρα, ο Schumacher κέρδισε άνετα τον αγώνα, κάνοντας σε όλους φανερό πως χωρίς αποκλεισμούς, τιμωρίες ή μηχανικά προβλήματα, ο Hill ακόμα δεν είχε τερματίσει μπροστά του.

Schumacher και Hill σε μια αμήχανη χειραψία υπό το άγρυπνο βλέμμα του Bernie – GP Ευρώπης, 1994

(Απαραίτητη λεπτομέρεια: ο δείκτης καυσίμου της Williams ήταν σε άθλια κατάσταση, δείχνοντας λάθος μετρήσεις κατά την διάρκεια του πρώτου ανεφοδιασμού για τον Hill – και στην προσπάθεια τους να διορθώσουν το λάθος οι ιθύνοντες της αγγλικής ομάδας έκαναν ακόμα ένα, βάζοντας στο μονοθέσιο του Βρετανού 30 λίτρα παραπάνω από όσο έπρεπε. Ούτως ή άλλως η καλύτερη στρατηγική της Benetton θα έδινε την νίκη στον Schumacher, απλά η κατάσταση έκανε τον Hill να φαίνεται ανίκανος.)

Ίσως σκεπτόμενοι το παραπάνω, οι εμπλεκόμενοι με το σπορ θεωρούσαν πως με δυο αγώνες να απομένουν, ο τίτλος είχε κριθεί: από τους Frank Williams και Patrick Head, οι οποίοι σύμφωνα με τον Hill «φαινόταν πως είχαν αποφασίσει ότι δεν θα μπορούσα να πάρω τον τίτλο» μέχρι τον μάνατζερ του Schumi Willi Weber, ο οποίος πριν τον επόμενο αγώνα της Suzuka είχε τυπώσει δεκάδες μπλουζάκια με το όνομα του πελάτη του ως πρωταθλητή για να φορεθούν μετά τη λήξη του.

Πραγματικά, τo λογικό σε αυτή την περίσταση θα ήταν μια ακόμα νίκη του Schumacher – ο οποίος σε αυτή την περίπτωση θα ήταν πρωταθλητής με τον Hill τρίτο και κάτω – ειδικά από τη στιγμή που η κατάσταση στην πίστα ήταν (επιεικώς) επικίνδυνη, με καταρρακτώδη βροχή και ισχυρούς ανέμους. Safety car υπήρχε τότε στην Formula 1, αλλά η ιδέα της εκκίνησης με αυτό σίγουρα όχι – και τα πολλαπλά ατυχήματα κατά την διάρκεια της σεζόν δεν άλλαξαν την θέληση της FIA να ξεκινήσει κανονικά το GP.

Οι συνθήκες ήταν τουλάχιστον τραγικές, με 10 μονοθέσια να εγκαταλείπουν στους πρώτους 15 γύρους, και τους Schumacher-Hill να παλεύουν σταθερά στις δύο πρώτες θέσεις. «Ένιωθα λες και μια μάνικα έριχνε νερό στο μονοθέσιο μου. Ήξερα πως άμα χάσω επαφή με το κόκκινο φωτάκι στο πίσω μέρος της Benetton, το παιχνίδι θα τελείωνε» ανέφερε μεταγενέστερα ο Βρετανός.«Μπροστά μου, ο Michael έκανε μια από τις καλύτερες επιδείξεις οδηγικής ικανότητας που έχω δει στην ζωή μου […] και εγώ ήξερα πως επίσης έπρεπε να οδηγήσω καλύτερα από οποιαδήποτε άλλη φορά στην ζωή μου – και το έκανα, μέχρι που στον 15ο γύρο μας φώναξαν στα pits λόγω κόκκινης σημαίας

Η πολύωρη διακοπή σήμαινε πως με τους τότε κανονισμούς θα χρησιμοποιούνταν ένα σύστημα on aggregate – συνολικού χρόνου: εφόσον ο Schumacher ήταν 6,8 δευτερόλεπτα μπροστά από τον Hill όταν βγήκε η κόκκινη σημαία, αυτός ο χρόνος θα αφαιρεθεί από την διαφορά μεταξύ τους στο τέλος του αγώνα.

Τουτέστιν, ο Γερμανός δεν χρειαζόταν καν να είναι μπροστά από τον αντίπαλο του για να νικήσει, αρκεί να τερμάτιζε λιγότερο από 6,8 δευτερόλεπτα πίσω του: και μετά από το τελευταίο pit stop του (ο Hill είχε κάνει ένα) 10 γύρους πριν το πέσιμο της καρό σημαίας, ήξερε πως μαζεύοντας τα μισά από τα 12 δευτερόλεπτα που τους χώριζαν, θα έπαιρνε την νίκη.

Κανείς δεν λογάριαζε τον πρωτοπόρο Damon, ο οποίος ήταν μπροστά με φθαρμένα ελαστικά και κουρασμένος από την υπερπροσπάθεια του. «Ήξερα πως άμα δεν έβρισκα το κάτι παραπάνω, ο Michael θα ήταν νικητής» ανέφερε στην αυτοβιογραφία του ο πρωταθλητής του 1996, «και μπαίνοντας στο τελευταίο γύρο ξέροντας ότι ήθελε μόλις 2 δευτερόλεπτα για να με προσπεράσει, κοίταξα στον ουρανό και είπα «Ayrton, άμα είσαι εκεί πάνω, θα μπορούσα να πάρω λίγη βοήθεια τώρα». Δεν ξέρω αν με άκουσε, αλλά από την πρώτη στροφή μέχρι την φουρκέτα στο μέσο του γύρου, οδήγησα σε ένα επίπεδο που δεν θα ξαναοδηγούσα ποτέ – ένιωθα λες και απλά ήμουν θεατής, δεν καταλάβαινα τι έκανα.»

Στην τελική καταμέτρηση, ο πίνακας έγραφε «Damon Hill +10.100 Michael Schumacher» – παρά τη μεγάλη προσπάθεια του δεύτερου, ο Hill έκανε τον ταχύτερο γύρο του αγώνα με τελειωμένα ελαστικά (!), στην καλύτερη στιγμή του ως οδηγός. Έτσι, οι μπλούζες με το «Michael Schumacher 1994 World Champion» έμειναν στο συρτάρι, και η διαφορά είχε εκμηδενιστεί στον ένα βαθμό, αφήνοντας όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά.

Ο Schumacher συγχαίρει τον Hill για την εξαιρετική του εμφάνιση – GP Ιαπωνίας, 1994

Σε μια χειρονομία η οποία δεν ταίριαζε με το πρότερο κλίμα μεταξύ τους, ο Schumacher περίμενε τον Hill να παρκάρει το μονοθέσιό του στο parc ferme για να τον συγχαρεί, με τον Βρετανό να κρύβεται μετά πίσω από την σκάλα που οδηγούσε στο podium, όντας βαθιά συγκινημένος – έχοντας κάνει αδιαμφισβήτητα την μεγαλύτερη εμφάνιση της καριέρας του, μπορούσε να νιώθει δικαιωμένος ακόμα και αν η ίδια του η ομάδα δεν τον πίστευε.

Όλα αυτά πλέον ανήκαν στο παρελθόν, με το σύνολο του οργανισμού Williams να στηρίζει πλέον τον Damon Hill ενόψει του «τελικού» στο σιρκουί πόλης της Αδελαΐδας. Με τον Nigel Mansell να παίρνει την pole αλλά να κάνει στην άκρη όταν έσβησαν τα κόκκινα φώτα, ξεκίνησε μια επανάληψη του προηγούμενου αγώνα: η Benetton μπροστά, μια Williams σε απόσταση αναπνοής, και όλοι οι υπόλοιποι ένα επίπεδο κάτω…

…μέχρι τον 36ο γύρο, όπου έγινε αυτό.

Σε μια από τις πολλές στροφές 90° της συγκεκριμένης πίστας, ο Michael Schumacher βγήκε εκτός, με τον εμπρός δεξιά τροχό της B194 να βρίσκει στον τοίχο, τραυματίζοντας το μονοθέσιό του. Ο Hill, ευρισκόμενος ακόμα στην αρχή της προηγούμενης στροφής, δεν είδε ποτέ την επαφή με τον τοίχο αλλά μόνο τον αντίπαλο του να επανέρχεται στην πίστα. Συνεπώς, νομίζοντας πως όχι μόνο δεν υπήρχε επαφή, αλλά και πως δεν θα είχε άλλη ευκαιρία για προσπέρασμα, αντέδρασε στην αρχική κίνηση του Schumi προς τα αριστερά με μια «βουτιά» στο εσωτερικό της στροφής – και μια στιγμή μετά υπήρξε επαφή, με την B194 να ίπταται στιγμιαία πριν καταλήξει στις μπαριέρας και την FW16 να συνεχίζει μέχρι τα pits, όπου διαπιστώθηκε πως δεν μπορούσε να διορθωθεί η στραβωμένη ανάρτηση, γεγονός που έδινε τον τίτλο στον Schumacher, χάρη στο αγωνιστικό συμβάν που προηγήθηκε.

Όχι, το αγωνιστικό συμβάν δεν αποτελεί προσωπική άποψη, αλλά την επίσημη γραμμή της FIA για το συμβάν. Το γιατί κρίθηκε ως τέτοιο είναι ένας συνδυασμός πολλών παραγόντων, όπως οι δικαστικές περιπέτειες που ήδη υπήρχαν στον ορίζοντα για την Williams (η οποία αρνήθηκε να κάνει ένσταση), η επιθυμία του Max Mosley να δει το νέο του αστέρι πρωταθλητή, και φυσικά η γενικότερη κόπωση όλων των πλευρών μετά από μια τόσο μαύρη σεζόν.

Ο κύριος λόγος όμως ήταν ακόμα πιο απλός: η απουσία προηγουμένου – ή για την ακρίβεια η ύπαρξη αυτού με ότι έγινε το 1989 και το 1990 στην Suzuka, και το οποίο απέτρεπε την οποιαδήποτε τιμωρία για τον Schumacher. Ήταν πάγια πολιτική της ομοσπονδίας πλέον να μην κρίνονται πρωταθλήματα στις δικαστικές αίθουσες – γεγονός που επιβεβαιώθηκε και στην Jerez μερικά χρόνια αργότερα, όταν χρειάστηκαν εβδομάδες προκειμένου να επέλθει μια τιμωρία.

Στην καθιερωμένη συνέντευξη τύπου μετά τον αγώνα, ο πρωταθλητής πλέον Schumacher έδειξε ένα διαφορετικό πρόσωπο από αυτό των προηγούμενων μηνών, αφιερώνοντας αρχικά τον τίτλο στον Ayrton Senna (και προσθέτοντας πως άμα ζούσε, θα ήταν εκείνος πρωταθλητής) και στη συνέχεια απολογήθηκε δημόσια για τα πρότερα σχόλιά του σχετικά με τον Damon Hill, αναφέροντας πως «μερικούς μήνες είπα πως δεν έχω τον ίδιο σεβασμό για τον Damon συγκριτικά με τους άλλους πιλότους, και πρέπει να παραδεχτώ πως ήμουν λάθος – στους τελευταίους δύο αγώνες έκανε τρομερή δουλειά», ενώ ο αντίπαλός του στις δηλώσεις του λίγη ώρα μετά είπε πως «δεν κρατάω κακία στον Michael – όταν είσαι στον τελευταίο αγώνα, συμβαίνουν τέτοια πράγματα», αν και μεταγενέστερα είχε μια πιο επιθετική στάση για το συγκεκριμένο συμβάν.

Κάπως έτσι τελείωσε η τραυματική σεζόν του 1994, η οποία σε μεγάλο βαθμό έμοιαζε με…αγώνα μποξ όσον αφορά τη μάχη μεταξύ των δύο διεκδικητών του τίτλου, οι οποίοι αντάλλαζαν συνεχώς χτυπήματα τόσο εντός όσο και εκτός πίστας.

Στη δεξιά γωνία, ο Michael Schumacher: το παρόν και πολύ περισσότερο το μέλλον της Formula 1, εντός πίστας είχε 8 νίκες σε 11 αγώνες – αλλά εκτός αυτής είχε άσχημες δηλώσεις, αμφιλεγόμενα mind games και ένα μονοθέσιο του οποίου δεν τίθεται θέμα για το εάν ήταν παράνομο, αλλά για το πόσο.

Στην αριστερή, ο Damon Hill: σήκωσε στους ώμους του το βάρος μιας ομάδας που ώρες ώρες συμπεριφερόταν σαν να μην τον ήθελε καν, και εκμεταλλεύτηκε πλήρως την απουσία του αντιπάλου του – αλλά αυτή η απουσία ήρθε μέσω αμφιλεγόμενων τιμωριών, προϊόν κυρίως «πολέμου» στα παρασκήνια και όχι στην πίστα.

Και το ρίνγκ; Ένα μπάχαλο: αλλαγές κανονισμών χωρίς στάλα λογικής, μεταγενέστερες αλλαγές-εξπρές σε πίστες και μονοθέσια, κρυμμένα βοηθήματα σε λογισμικά, απειλές, φίλτρα καυσίμου που αφαιρούνται κρυφά, προσωπικές βεντέτες μεταξύ ομοσπονδίας και διευθυντών ομάδων, συμφωνίες κάτω από το τραπέζι, τιμωρίες-φάντασμα για την ικανοποίηση χορηγών και θεατών, αγώνες υπό άθλιες καιρικές συνθήκες – και το χειρότερο, δυο θάνατοι και τουλάχιστον τέσσερα σοβαρότατα ατυχήματα.

Υπήρχε περίπτωση να τελειώσει κάπως αλλιώς;

←Οι άλλοι|Επίλογος→

Total
0
Shares
Related Posts