Ήταν 28 Σεπτεμβρίου 2012 όταν ο Lewis Hamilton ανακοίνωνε την μεταγραφή του από την McLaren στην εργοστασιακή ομάδα της Mercedes, σε μια κίνηση που θεωρήθηκε από τους περισσότερους ως ένα τεράστιο ρίσκο – και με αρκετά χρόνια να έχουν περάσει, ξέρουμε όλοι την κατάληξη…
Αρχικά, ας μεταφερθούμε στο 2012, όταν ο Βρετανός δεν κατείχε την θέση που έχει τώρα – απεναντίας, δεν συμμετείχε καν στην άτυπη κουβέντα για τον καλύτερο οδηγό στο grid, κουβέντα την οποία μονοπωλούσαν οι Alonso και Vettel. Μερικοί μάλιστα, όπως ο Allan McNish (3 φορές νικητής στις 24 Ώρες του Le Mans), εξίσωναν απευθείας την καριέρα του Βρετανού με αυτή του Jacques Villeneuve: ταλαντούχος οδηγός, ο οποίος καταφέρνει και παίρνει πρωτάθλημα στις πρώτες του σεζόν, αλλά μετά υπήρξαν συνεχόμενες χρονιές στις οποίες δεν είχε την ίδια επιτυχία.
Το ίδιο συνέβαινε με τον Hamilton: μετά από τις πρωταθληματικές πρώτες χρονιές του, την τετραετία 2009-12 είχε να επιδείξει μόνο 4ες και 5ες θέσεις, αν και η συνεχής αποτυχία της McLaren να δημιουργήσει ένα μονοθέσιο στα πρότυπα της πρώτης του διετίας δεν τον βοήθησε ιδιαίτερα να παλέψει για τον τίτλο – όπως είδαμε και στο προηγούμενο μέρος της σειράς, μόνο το 2010 είχε πιθανότητες, και αυτές μαθηματικές.
Παίρνοντας υπόψη μας όλα αυτά, υπάρχουν δύο μεριές στο νόμισμα της φυγής (ή εκδίωξης;) του Hamilton από το Woking.
Η πρώτη αποτελείται από την σχέση McLaren-Hamilton, και το πως αυτή είχε φτάσει στο τέλος της, σχεδόν παράλληλα με την σχέση Alonso-Ferrari, και περίπου για τους ίδιους λόγους. Αντικειμενικά, σε καμία περίπτωση η McLaren δεν είχε φτιάξει ένα πραγματικά καλό μονοθέσιο μετά το 2008, και την μια χρονιά που αυτό ήταν ανταγωνιστικό (2012), ήταν θύμα ατυχίας – και κυρίως, κακής αξιοπιστίας.
Ταυτόχρονα, ο ίδιος ο Hamilton δεν περνούσε και τις καλύτερες μέρες του: τα λάθη εντός πίστας ήταν αρκετά, η προσωπική του ζωή ήταν σε όλα τα πρωτοσέλιδα των…λιγότερο σοβαρών εφημερίδων/ιστοσελίδων, και βρισκόταν υπό τεράστια πίεση από ανθρώπους μέσα και έξω από τα paddock – κυρίως για το γεγονός πως η άστατη προσωπική του ζωή επηρέαζε άμεσα την απόδοσή του.
Το narrative φαινόταν πως είχε γραφτεί για τον Βρετανό: «πολύ γρήγορος, αλλά επιρρεπής στο λάθος, δύσκολος χαρακτήρας που επηρεάζεται εύκολα», και ο ίδιος ήθελε να το αλλάξει – κάτι το οποίο στην McLaren εκείνης της εποχής ήταν πολύ δύσκολο, ειδικά μετά από ένα παράπτωμα που για πολλούς ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι: ο Hamilton «θέλοντας να δείξει την διαφορά μεταξύ παλιάς και νέας πτέρυγας», ανέβασε στο Twitter εικόνα από τη τηλεμετρία της ομάδας (!), η οποία προφανώς δεν ήταν για εξωτερική κατανάλωση. Δεν υπήρξε κάποια τιμωρία, αλλά το κράξιμο ήταν τεράστιο – και για τις δύο πλευρές.
Και η ίδια η McLaren πάντως δεν καιγόταν πολύ για να κρατήσει το αστέρι της. Αυτό είχε πει (με χαρακτηριστικό Βρετανικό bluntness που θα λέγανε και στο Woking) σε μέσες άκρες ο Ron Dennis: «Νομίζω είναι λάθος να πούμε ότι ο Lewis έφυγε. […] Θα μπορούσαμε να δημιουργήσουμε μια κατάσταση στην οποία θα μέναμε μαζί; Κατηγορηματικά ναι. Θα ήταν το σωστό όμως; Δεν το νομίζω.»
Κάπου εδώ μπαίνει στο κάδρο η Mercedes AMG Petronas: άμεση απόγονος της Brawn GP, είχε καταφέρει μόνο μια νίκη σε 3 χρόνια (Rosberg, Κίνα 2012) και λίγα περισσότερα, παρά την εργοστασιακή της υποστήριξη από τη “μαμά” Daimler. Είχε όμως εξαιρετικούς μηχανικούς, top εγκαταστάσεις, και κυρίως έναν μεγάλο άσσο στο μανίκι (για τον οποίο θα μιλήσουμε πιο μετά). Άμα προσθέσουμε και την ευρύτερη «οικογένεια» της Mercedes στην εξίσωση, καταλαβαίνουμε πως ειδικά από την στιγμή που οι Red Bull-Ferrari ήταν κλεισμένες (ή για να το θέσουμε πιο σωστά, απρόθυμες να προσθέσουν έναν οδηγό σαν τον Hamilton ενώ είχαν ήδη #1), ο Βρετανός είχε μόλις μία επιλογή.
Και αυτή η επιλογή από πολλούς θεωρείτο αυτοκτονία. Όπως είπαμε πιο πάνω, τα δείγματα της Mercedes στην βραχεία πορεία της στο σπορ δεν ήταν και πολύ ενθαρρυντικά. Η επιστροφή του Michael Schumacher αποδείχτηκε λανθασμένη (από όλες τις πλευρές), ενώ και το ίδιο το μονοθέσιο είχε επί χρόνια θεμελιώδη ζητήματα, κυρίως με την διαχείριση των ελαστικών.
(Το πως λύθηκαν αυτά τα ζητήματα είναι μια λίγο…γκρίζα ιστορία, αλλά δεν είναι του παρόντος.)
Σε μία από τις πλέον ατυχείς δηλώσεις της δεκαετίας, ο διευθυντής της McLaren Martin Whitmarsh έλεγε πως «[…] δεν θα πρότεινα σε κανέναν να αφήσει την McLaren άμα θέλει να νικήσει» με τη κοινή γνώμη να συμφωνεί μαζί του.
Από τη μια, η McLaren ήταν ένας οργανισμός ο οποίος είχε τουλάχιστον έναν τίτλο σε κάθε δεκαετία της ύπαρξής του και κυρίως μια κουλτούρα νικητή – από την άλλη, η Mercedes είχε ακόμα την στάμπα του «αποτυχημένου πειράματος των Brawn-Schumacher» πάνω της.
Είχε και κάτι άλλο όμως: τα πλεονεκτήματα που μπορεί να έχει μόνο μια κατασκευάστρια εταιρεία. Ναι, οι δεσμοί του τριάκτινου αστεριού με την McLaren ήταν μεγάλοι, καθώς η Daimler την χρησιμοποίησε ως όχημα για την συμμετοχή της στην F1 από το 1995, ενώ είχε και μετοχές της αγωνιστικής ομάδας οι οποίες για ευνόητους λόγους πουλήθηκαν το 2010. Παρόλα αυτά, η ψαλίδα μεταξύ McLaren-Mercedes μειωνόταν σταδιακά από το 2010 και μετά – κυρίως, η υποστήριξη προς τη Mercedes αυξανόταν αντιστρόφως ανάλογα με αυτή προς τη McLaren – και ήταν ήδη γνωστό σε όλους πως το 2014 οι κανόνες του παιχνιδιού άλλαζαν τελείως.
«Εάν (και αυτό είναι ένα μεγάλο αν) η Mercedes καταφέρει και δημιουργήσει έναν εξαιρετικό κινητήρα το 2014» έλεγε ο δημοσιογράφος Joe Saward, «τότε το ρίσκο θα αποδώσει.»
Με το προνόμιο της εξέτασης των γεγονότων μισή δεκαετία αργότερα, η λέξη ρίσκο ίσως να φαίνεται αστεία: το δίπολο Mercedes-Hamilton έχει πάρει 11/12 τίτλους στην hybrid era και δεν είναι ακόμα σίγουρο/γνωστό πότε θα σταματήσει. Η αλήθεια είναι όμως πως και τώρα, πολλοί μιλάνε για «τεράστιο ρίσκο» του Hamilton, το οποίο όμως μπορεί να απέχει από την πραγματικότητα.
Ο λόγος είναι απλός: ο μεγάλος Niki Lauda, ο οποίος ως μη εκτελεστικός διευθυντής της Mercedes AMG Petronas έπαιξε τεράστιο ρόλο στη «στρατολόγηση» του Βρετανού, δεν υπάρχει περίπτωση να μην του ανέφερε πως ο γερμανικός κολοσσός έτρεχε ένα επιθετικότατο πρόγραμμα R&D υβριδικών κινητήρων και πως τα πράγματα μάλλον θα ήταν πολύ καλά το 2014. Σίγουρα όχι τόσο καλά όσο ήρθαν στην πραγματικότητα (όπου στις δηλώσεις τους οι ιθύνοντες της Mercedes δήλωναν την έκπληξη τους για την άβυσσο που τους χώριζε από το υπόλοιπο grid), αλλά ο Lewis ήξερε πως άφηνε μια κατάσταση που είχε φτάσει στο τέλος της για μια καινούρια με τεράστιες προοπτικές – άλλο αν αυτές ήταν άγνωστες στο ευρύ κοινό.
Στην Formula 1 βέβαια, «ότι είναι πιθανό να πάει στραβά, συνήθως πάει» που έλεγε και ο Murray Walker, και κανένας δεν μπορούσε να εγγυηθεί ότι το πλάνο της Merc θα έβγαζε σίγουρα αποτελέσματα. Όπως είπαμε και πιο πάνω όμως, η Mercedes και η McLaren ακολουθούσαν δυο αντίθετες πορείες, και από την στιγμή που η Mercedes έγινε εργοστασιακή ομάδα, νομοτελειακά η στήριξη της στην McLaren θα μειωνόταν χρόνο με τον χρόνο, όπως γίνεται συνήθως σε τέτοιες περιπτώσεις – μέχρι η ιστορική ομάδα να στραφεί σε άλλες λύσεις.
(Η σχέση Renault-Red Bull αποτελεί την εξαίρεση στον κανόνα, όχι για την σήψη στην σχέση μεταξύ τους, αλλά για την διαφορά δυναμικότητας που είχε μείνει σταθερή παρά την εργοστασιακή ιδιότητα της πρώτης.)
Άρα, καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως ο εξάκις πλέον Hamilton έκανε μια κίνηση εκ του ασφαλούς; Όχι απόλυτα.
Στον διαρκώς μεταβαλλόμενο κόσμο της F1 κανένας δεν μπορούσε να του δώσει διαβεβαιώσεις πως σίγουρα η Mercedes θα είχε καλό πακέτο κινητήρα το 2014, αν και το πρόγραμμα εξέλιξης που είχε ξεκινήσει από χρόνια ήταν ένα καλό εχέγγυο. Η αβεβαιότητα γίνεται ακόμα μεγαλύτερη άμα δούμε και την άσχημη κατάσταση στην οποία βρισκόταν ο Βρετανός ψυχολογικά – και με ευθύνη της McLaren.
Στην τελική όμως, άφηνε μια διαρκώς καθοδική κατάσταση για μια ανοδική, παρέμενε στην ευρύτερη οικογένεια της Mercedes (η οποία τον στήριζε διαρκώς από τα δέκα του χρόνια), και 7 χρόνια μετά, ξαναγράφει τα βιβλία των ρεκόρ μπροστά στα μάτια μας – αναμφίβολα, η μετακίνηση του Hamilton στην Mercedes αποτελεί έναν από τους σταθμούς της δεκαετίας που μας πέρασε.
Για περισσότερα νέα πατήστε εδώ. Ενώ μπορείτε να μας ακολουθήσετε και στο κανάλι μας στο youtube.